Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

21.1.12

Χωρίς συναίσθημα δεν υπάρχει τέχνη. Ρέα Γαλανάκη

Χωρίς συναίσθημα δεν υπάρχει τέχνη. Ρέα Γαλανάκη

tvxs.gr/node/82466
Χωρίς συναίσθημα δεν υπάρχει τέχνη. Η συγκίνηση του δημιουργού, αυτό που εγώ τουλάχιστον αποκαλώ συναίσθημα, είναι προϋπόθεση της τέχνης.
Η λειτουργία, ωστόσο, του συναισθήματος είναι διπλή. Από τη μια μεριά το συναίσθημα είναι προϋπόθεση δημιουργίας, από την άλλη το συναίσθημα είναι κι ένας από τους βασικούς σκοπούς της τέχνης: να «αγγίξει», δηλαδή, το θυμικό του αποδέκτη της, ώστε να εκμαιεύσει κι απ’ αυτόν συναισθήματα αντίστοιχα προς εκείνα που κινητοποίησαν τον καλλιτέχνη. [...]

Δεν έχει σημασία τι είναι αυτό που συγκινεί τον δημιουργό. Όπως δεν μπορεί να τεθεί ένα πλαίσιο απαγόρευσης στο θυμικό του καθενός μας, τι δηλαδή θα πρέπει να νιώθει, έτσι δεν υπάρχει πλαίσιο για το ποια συγκίνηση θα εμπνεύσει έναν δημιουργό, ούτε ποια αντίστοιχη συγκίνηση θα επιδιώξει να προκαλέσει με το έργο του.

Αυτή η «ελευθερία συγκίνησης» του δημιουργού, από την αδιόρατη ευχαρίστηση μέχρι την σκληρή οργή του, είναι μια ελευθερία που συνεπάγεται κι αυτή πολλούς και διαφορετικούς ανά εποχές κινδύνους.

Κατά βάθος, ίσως μπορούμε να ανιχνεύσουμε κάποιες «σταθερές», λόγου χάριν τον ανθρώπινο πόνο, το καταπατημένο δίκαιο, τη συγκινησιακή ερωτική φόρτιση ή τον φόβο του θανάτου ανάμεσα σε άλλα.

Τα υπόλοιπα μάλλον είναι θέματα ιδεών μιας εποχής, ανοιχτών ή ανελαστικών θεωριών περί την τέχνη, αλλά και προσωπικών επιλογών του καθενός δημιουργού.

Δεν έχει σημασία, επίσης, αν το συναίσθημα που κινητοποιεί τον δημιουργό εκπορεύεται από την γύρω του επικαιρότητα ή από άλλες εποχές, από βιώματα ή από ιστορικά ντοκουμέντα, από τη δική του την ζωή ή από τις ζωές άλλων ανθρώπων, υπαρκτών αλλά και πλασμένων ήδη «εν φαντασία και λόγων». (Μπορεί κάποιος να συγκινηθεί από την τραγική Μήδεια, για παράδειγμα.)
Έτσι κι αλλιώς για να δονήσει κάτι τον δημιουργό, αυτό θα πρέπει να χτυπήσει μια βαθιά χορδή μέσα του.

Με άλλα λόγια, θα πρέπει να τον αφορά προσωπικά πέραν του χρόνου, του εγώ ή του εσύ, του βιωμένου γεγονότος ή των ήδη γνωστών καταγραφών του σε λέξεις, εικόνες, ήχους, σχήματα και όγκους.
Σημειώνεται έτσι μια έξοδος του δημιουργού από τον (πάντοτε;) περιχαρακωμένο εαυτό του.

Η εγερτήρια δηλαδή συγκίνηση, αν είναι βαθιά και ειλικρινής, οδηγεί τον δημιουργό ακόμη και όταν αυτοβιογραφείται στην υπέρβαση του εαυτού του, στην συνάντησή του με τους άλλους’ τον οδηγεί από τον ενικό στον πληθυντικό, από το ιδιωτικό στο δημόσιο.

Γι’ αυτό και η συγκίνηση, αν είναι βαθιά και ειλικρινής –αλλά και με επάρκεια, και με γνώση, δουλεμένη- μπορεί να δώσει στο έργο του μια «πανανθρώπινη» διάσταση. [...]

Οι μεγαλύτερες ανατροπές στην τέχνη, οι πιο ρηξικέλευθοι καινοτόμοι στην ιστορία της, μάλλον υπήρξαν αυτοί που βίωσαν με πάθος την παράδοσή της, που την μελέτησαν βαθύτερα, που –με τον τρόπο τους, θα έλεγα- την είχαν σεβαστεί ακόμη και όταν αποπειράθηκαν να την σκοτώσουν. Τουλάχιστον αυτούς θυμόμαστε.

Με το συναίσθημα ως κινητήρια δύναμη της τέχνης, συνήθως εννοούμε μια λίγο πολύ ανεπεξέργαστη συγκίνηση, από την μελαγχολική και ήπια έως την οργίλη κι άναρχη.

Ήδη το ανέφερα, ότι από μόνο του το συναίσθημα δεν συγκροτεί τέχνη.
Για μένα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον έχει και το εξής ερώτημα: με ποιο τρόπο μεταμορφώνεται η κινητήρια συγκίνηση σε τέχνη;

Με τι άλλο συνομιλεί το συναίσθημα, αλλά και ποιοι είναι οι όροι αυτού του διαλόγου – γιατί σαφώς υπάρχει ένας διάλογος του συναισθήματος με πολλά και διάφορα κατά την διαδικασία γέννησης ενός έργου΄ και πάνω απ’ όλα με την λογική.
Τι σημαίνει αυτό; Προσωπικά δεν εννοώ την κατάργηση του (θερμού) συναισθήματος από μια (ψυχρή) λογική, μα εκείνη την πολύ δύσκολη πορεία της συγκίνησης ώσπου να κατασταλάξει σε έργο τέχνης ισορροπημένο, ολοκληρωμένο και ανακοινώσιμο.

«Θυμός» και «λόγος» πάνε παρέα σ’ αυτή τη δύσβατη οδό, κουβεντιάζοντας, δίνοντας και παίρνοντας, σταματώντας και συνεχίζοντας, καβγαδίζοντας συχνά.

Όσο κι αν η παραπάνω πορεία από τη γύρη στον καρπό μένει τελικά ανεξερεύνητη, μπορεί να πει κανείς ότι κατά την διάρκειά της λαμβάνεται η πιο σημαντική απόφαση του δημιουργού: με ποιο τρόπο, δηλαδή, θα μετουσιώσει την συγκίνησή του σε έργο τέχνης.

Αποφασίζει τι θα επινοήσει, τι θα κρατήσει και τι θα παραμερίσει, ποιες τεχνικές θα χρησιμοποιήσει, με ποιο τρόπο θα διανείμει ένα υλικό που από λίγο γίνεται σιγά σιγά πολύ, ποιο κίνδυνο αναλαμβάνει ενδεχομένως να διατρέξει, ώστε αυτό που θα προκύψει να κρατάει το άρωμα της βασικής συγκίνησης, τιθασευμένης όμως σε έντεχνη και απαιτητική μορφή. [...]

Ο δαιδαλώδης διάλογος ανάμεσα στο συναίσθημα και τη λογική μοιάζει σαν να τερματίζεται για τον δημιουργό με την ολοκλήρωση του έργου του.
Ωστόσο, από το σημείο τούτο και μετά ξεκινάει ένας άλλος διάλογος συναισθήματος και λογικής, ή μάλλον λογικής και συναισθήματος.

Την σκυτάλη αναλαμβάνουν πλέον οι όποια κριτική, οι όποιοι αποδέκτες του έργου, η κυρίαρχη αισθητική της εποχής και οι γύρω της, ή οι εναντίον της δορυφορικές τάσεις, ακόμη και αυτός ο καθόλου αναμάρτητος κριτής – Χρόνος.

Στις μέρες μας έχει εμφανιστεί και η διαφορετική, η λιγότερο φερέγγυα, νομίζω, ανυπόγραφη ηλεκτρονική κριτική. Έτσι ο διάλογος καλά κρατεί για κάποιο διάστημα, πριν από την τόσο γρήγορη λησμονιά των έργων τέχνης.

(Απόσπασμα από το κεφάλαιο "Θυμός και λόγος" (Για το συναίσθημα στην τέχνη), του βιβλίου της συγγραφέως Ρέας Γαλανάκης, Από τη ζωή στη λογοτεχνία, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011)

----------------

Αποσπάσματα ζωής, εξομολογητικές αναδρομές στο χρόνο, στα πρόσωπα και στους τόπους, σκέψεις για τη λογοτεχνία, την Ιστορία και τον σύγχρονο "γυναικείο λόγο" απαρτίζουν το βιβλίο "Από τη ζωή στη λογοτεχνία" της Ρέας Γαλανάκη.
Οι πλόες από το βιωμένο γεγονός στην ποιητική της συγγραφέως καλούν τον αναγνώστη σ' ένα ταξίδι που θα μπορούσε να είναι και δικό του.
Σ' αυτό το βιβλίο, το απολύτως ιδιωτικό είναι εν μέρει και δημόσιο, αφού οι σκέψεις της συγγραφέως έχουν γεννηθεί από ιδέες του καιρού μας, από κοινές ανησυχίες, διαπιστώσεις κι ερωτήματα. Στον αντίποδα μιας συστηματικής αυτοβιογραφίας -που ίσως κάποτε γραφτεί- το βιβλίο προτείνει μιαν αποσπασματική, πλην όμως στέρεη αλληλουχία ζωής και γραφής.
Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου