Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

5.12.20

Τίποτα δεν ήταν φυσιολογικό εκείνη την ημέρα


1973. Μένουμε στο κέντρο της Αθήνας, περίπου τέσσερα χιλιόμετρα από το Πολυτεχνείο.

Ήταν 17 Νοεμβρίου, έκανε κρύο. Η μαμά με αφήνει στο σχολείο. Ένοιωθα ότι ήταν κάτι πού ήθελε και δεν ήθελε, αλλά μου είπε «το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να πάς», και με άφησε. Μας είχε φέρει ο μπαμπάς με τ’ αυτοκίνητο.
Τη θυμάμαι που έφευγε κι εγώ ένιωθα συνέχεια αγωνία.

Αφού με πήγε μέσα και με παρέδωσε στους δασκάλους, έκανα μεταβολή κι έτρεξα για να την προλάβω. Τα μάτια μου έβλεπαν, κι είχαν φτάσει πρώτα αυτά στο χερούλι της πόρτας και μετά το δεξί μου χέρι την έπιασε και την άνοιξε.

Δεν ήθελα να μείνω εκεί. Όλη η εικόνα ήταν μια γκριζογάλανη πόρτα, η κλειδαρότρυπα με το κλειδί, ένα χερούλι και το μισοάνοιγμά της. Δεν την πρόλαβα. Πρόλαβα κι είδα μόνο το πίσω μέρος του αμαξιού μας που έφευγε.

Τότε έφαγα το πρώτο μου χαστούκι. Δυνατά. Στο αριστερό μου μάγουλο. Από έναν δάσκαλο, γιατί κοίταξα έξω από την μισάνοιχτη αυλόπορτα του σχολείου.


Πήγαινα Γ’ δημοτικού, στο ιδιωτικό σχολείο της περιοχής. Ελάχιστα θυμάμαι από εκεί. Τους παραδοσιακούς χορούς που μας μάθαιναν, τις γιορτές με τα ποιήματα, κι εμένα που ήμουν αναπτυγμένο παιδάκι και ποτέ δε χώραγα στα ρούχα μου, πού δεν τα προλάβαινα στο μέγεθος και φαίνονταν τα πόδια μου, ντρεπόμουν. Θυμάμαι και την όμορφη δασκάλα της Πρώτης, γλυκειά και ήρεμη, δε με μάλωνε ποτέ. Το γιό της διευθύντριας, αγαθό και σαν μεγάλο μωρό, η μάνα του κράταγε το σχολείο.


Εκείνη την ημέρα, ένοιωθα ένταση, κάτι συνέβαινε. Γιατί να με είχαν πάει και οι δύο γονείς μου σχολείο; Πάντα με έπαιρνε το σχολικό.


Δεν ήθελα, που με άφησε η μάνα μου. Με το που μού άφησε το χέρι ο δάσκαλος που με παρέλαβε, έκανα μεταβολή, έτρεξα, κι άνοιξα την πόρτα να την προλάβω. Τότε ένοιωσα κάποιος μεγάλος να με τραβάει από τη πλάτη και να μου γυρίζει ένα σκαμπίλι πολύ δυνατό, φωνάζοντας «Πού πάς εσύ;». Κι είδα τη γκρίζα πόρτα της αυλής να κλείνει με δύναμη, κι εμένα μέσα, και μετά όλα γκρίζα, ανεβήκαμε τρέχοντας τις γκριζογάλανες ψυχρές σκάλες, μπήκαμε στην αίθουσα, κάναμε προσευχή και κάτι μας έλεγαν οι δάσκαλοι.


Μας είχαν μαζέψει όλους σε μια αίθουσα, διότι τίποτα δεν ήταν φυσιολογικό εκείνη την ημέρα. Τι δουλειά είχαν πολλοί δάσκαλοι μαζί και όλα τα παιδιά σε μία αίθουσα; Ανακατωσούρα. Θυμάμαι τα παιδάκια δίπλα μου, πολλά παιδάκια.


Στη συνέχεια, μας άφησαν να φύγουμε, με το σχολικό λεωφορείο αυτή τη φορά.
Κατά τη διάρκεια της επιστροφής, ο θόρυβος από τα αεροπλάνα που περνούσαν, έτσι έμοιαζε ο θόρυβος που άκουγα πάνω από τα κεφάλια μας (ή μήπως ήταν ελικόπτερα;) με φόβιζε, και με τα παιδιά παίζαμε παιχνίδι ότι κρυβόμασταν από τους εχθρούς, σκύβοντας να κρυφτούμε ανάμεσα στις θέσεις, μονές από τη μια πλευρά, διπλές από την άλλη.


Φαντάσου πόσο μικρή ήμουν που χωρούσα εκεί, ανάμεσα στο κενό που δημιουργούσαν, η μια μπροστινή θέση με την πίσω της, στο μικρό κίτρινο πούλμαν του σχολείου μου.

Κοιτούσα έξω από το παράθυρο. Είχε ήλιο και κρύο, κι ο κόσμος έτρεχε αναστατωμένος. Μου είχε κάνει εντύπωση, γιατί συνήθως οι άνθρωποι δεν έτρεχαν.


Έφτασα σπίτι. Το σχολικό με άφησε στον κάθετο κύριο δρόμο κι εγώ έπρεπε να τρέξω γρήγορα να φτάσω στην πολυκατοικία που μέναμε.


Είχε ήλιο, ζέσταινε, το παλτό μου έτρεχε γύρω μου ξεκούμπωτο. Πώς ανέβηκα σπίτι, πώς έφτασα;


Μετά με θυμάμαι γονατιστή, έβλεπα ασπρομαυρες σκηνές στην τηλεόραση, από το Πολυτεχνείο, το τανκς να πέφτει πάνω στην πύλη, και μια κολώνα να πέφτει, φασαρία, οχλαγωγία, βολές σαν φλας μικρών κεραυνών, και σε άλλο πλάνο ο Παπαδόπουλος, ο δικτάτορας, έλεγε «Αποφασίζομεν και διατάσσομεν».


Ήταν τρομακτικό, και ‘μεις είχαμε παγώσει, κι ο μπαμπάς μου μας είπε «πάω μια βόλτα». Ήξερα πώς πάει να δει τι γίνεται. 

Μετά ήσυχη πια, γονατιστή στο πλάι του κρεβατιού, πάνω στην κόκκινη φλοκάτη, άπλωνα τα χέρια πάνω στην καφέ λουλουδάτη κουβέρτα του κρεβατιού των γονιών μου, που ήταν η ασφάλειά μου. Απαλή. Ζεστή. Ήταν ασφάλεια.


Στο σπίτι ήταν καλά, αλλά γιατί υπερίσχυσε να με πάνε στο σχολείο, γιατί δεν με υπερασπίστηκε κανένας, αφού το μόνο που ήθελα ήταν να πάω να τους βρώ; Και γιατί δεν το είπα στη μαμά μου ότι με χαστούκισαν;


Χαρίκλεια Καρύδα, 2020


--
Κείμενο γραμμένο στο πλαίσιο του σεμιναρίου Αφήγηση ζωής, της Κρυσταλίας Πατούλη.



23.11.20

The Authentic Self. Της Ελένης Τ.

Ακουμπώ στην κουπαστή του πλοίου και χαζεύω τα παιχνιδίσματα των γλάρων που πλαγιάζουν κάθε τόσο προς τη μεριά μου. Είναι μια ηλιόλουστη μέρα, αρχές του Ιούλη του 2008. Δυο εβδομάδες πριν είχα, ήδη, δηλώσει παραίτηση από μια δουλειά που τα είχε όλα, χρήμα, καριέρα, γνωριμίες. Για μένα, όμως, δεν ήταν τίποτα άλλο από μια ψεύτικη ζωή, πολύ καλά λουστραρισμένη. Ο έντονος ρυθμός δεν μου ταίριαζε πια. Με πίεσε και δεν άντεξα. Διεκδίκησα "ουρανό" ξέροντας ότι ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος. Αναίμακτη επανάσταση δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία, γιατί να γίνει τώρα;  

«Σε πέντε λεπτά φτάνουμε στο λιμάνι της Τήλου», ακούστηκε η φωνή του καπετάνιου από τα μεγάφωνα και τα πρώτα σπίτια του νησιού γίνονταν ολοένα και μεγαλύτερα καθώς πλησιάζαμε.

Μέσα στη θολούρα του μυαλού μου, είχα βρει στο διαδίκτυο ένα πρόγραμμα εθελοντικής εργασίας. Τα οικονομικά μου δεν μου επέτρεπαν να κάνω διακοπές και αυτό το πρόγραμμα φάνταζε σαν σωσίβιο, μετά το μακελειό που είχα προκαλέσει στον εαυτό μου. Δήλωσα συμμετοχή αμέσως. Ήθελα να φύγω κάπου μακριά, να αλλάξω παραστάσεις.

Στο λιμάνι της Τήλου με καλωσόρισαν δύο νεαροί άντρες γύρω στα 30. Ο ένας κρατούσε την ταμπέλα με το διακριτικό τίτλο της Οργάνωσης.

«Από Φινλανδία δε περιμέναμε μια κοπέλα, ρε Γιάννη;» λέει ξαφνιασμένα ο πιο εύσωμος από τους δυο και κοιταχτήκανε μεταξύ τους. Ξέσπασαν σε γέλια. Κι εγώ μαζί. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβαν από τα κεντρικά γραφεία να τους ειδοποιήσουν για την άφιξή μου. Να τη! Ήρθε και η Φινλανδέζα. Επιβιβαστήκαμε όλοι σε ένα άσπρο βαν, που μας άφησε στο κτίριο του σχολείου του Μεγάλου Χωριού. Εκεί, θα ήταν το μέρος όπου για τις επόμενες δέκα ημέρες, μαζί με άλλα δεκαπέντε άτομα από Ισπανία, Αμερική, Σλοβακία, Γαλλία, Φινλανδία και Ελλάδα, θα μοιραζόμασταν την κοινοβιακή ζωή.

Παρατηρούσα τα παιδιά της ομάδας· ήταν χαρούμενα γιατί κάνανε διακοπές σε ένα ξένο κράτος ενώ εγώ αποζητούσα να ξεφορτώσω το βάρος που κουβαλούσα μέσα μου. Έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις και στη συνέχεια ξεχώρισα κάποια παιδιά με τα οποία μιλούσαμε περισσότερο. Προσπαθούσα να αφεθώ στην παρέα χωρίς να με επηρεάζουν οι σκέψεις μου παρόλο που δεν μου ήταν εύκολο να αλλάξω διάθεση από τη μια στιγμή στην άλλη.  Είχα αποφασίσει ότι η εθελοντική εργασία, ο ήλιος και η θάλασσα με περιτύλιγμα την παρέα γύρω μου θα ήταν το όχημα που θα χρησιμοποιούσα για να ξαναβρώ το χαμένο εαυτό μου. Αυθεντικότητα μπορώ να έχω παρακαλώ; Χωρίς επιτήδευση, μασκαρέματα και προσποιήσεις.

Με την ομάδα κάναμε τη διάνοιξη ενός μονοπατιού -έως 2 χιλιόμετρα αν θυμάμαι καλά - από το Μεγάλο Χωριό ως την παραλία Λέθρα. Η επαφή με τη φύση, τις επόμενες μέρες που ακολούθησαν, λειτούργησε θεραπευτικά μέσα μου. Δεν με ένοιαζε που βρέθηκα από τα σαλόνια στα αλώνια. Ήταν τόσο ωραία αυτά τα αλώνια! ανέπνεα καθαρό αέρα. Χαιρόμουν που κουβαλούσα πέτρες, που έσκαβα και ξερίζωνα θάμνους. Ορισμένες φορές δούλευα με μανία, σαν να ήθελα την καταπόνηση και τη λύτρωση μαζί. Τα απογεύματα ξεκουραζόμουν στη θάλασσα. Απομακρυνόμουν από τα παιδιά, ήθελα να κάνω μπάνιο μόνη, γυμνή, όπως μ’ άρεσε. Βουτούσα στη θάλασσα και τα κρύα νερά με ξυπνούσαν από το λήθαργο της στεναχώριας. Άρχιζα να παρατηρώ την ομορφιά της φύσης γύρω μου. Πόσα «πρέπει» χρειάστηκε να πνίξω μέχρι τώρα και πόσα έχω ακόμα.

Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα

Σαν ταξιδάκι αναψυχής με ένα κρυμμένο θαύμα

Το σώμα μου, τα πρώτα βράδια, δυσκολεύτηκε να συνηθίσει το πάτωμα και τον υπνόσακο, αλλά από την κούραση κοιμόμουν γρήγορα. Οι κουβέντες με τα παιδιά γινόντουσαν περισσότερες μέρα με τη μέρα, τα βράδια  περνούσαν με παιχνίδια, αστεία, και κάποιες φορές με μουσική και τραγούδια. Όλα στη ζωή είναι οι ανθρώπινες σχέσεις.

Όταν είδαμε το μονοπάτι τελειωμένο χειροκροτήσαμε ενθουσιασμένοι. Ξεκινούσε από τη κορφή ενός λόφου και κατέβαινε προς τα κάτω, φιδωτά, μέχρι τα βότσαλα της παραλίας. "Μπράβο Ελένη!", φούσκωσα από χαρά για τη συμμετοχή μου. Ένοιωσα ότι έκανα κάτι αναγκαίο για το περιβάλλον, που θα το χαρούν οι άνθρωποι. Ουσιαστικά χρήσιμη, για πρώτη φορά.

Το ίδιο βράδι, μαζευτήκαμε στο μαγαζί ενός ντόπιου που ήταν στην ομάδα, για να το γιορτάσουμε. Τα ούζα, οι μπίρες και οι μεζέδες μπήκαν στα τραπέζια και το γλέντι δεν άργησε ν' αρχίσει. Ελληνική βραδιά με νησιώτικη μουσική και χορούς με πρώτους χορευτές τους νησιώτες. Σηκώθηκα κι εγώ να φέρω μια γυροβολιά στο τσακίρ κέφι. Είναι το μαγικό στοιχείο του χορού που σε παρασέρνει χωρίς δεύτερη σκέψη να στροβιλίζεσαι στους ρυθμούς της μουσικής και κάνει το σώμα να λύνεται, την ψυχή να ανοίγει. Αυτό συνέβη και σε μένα. Ο εαυτός υποτάχθηκε στο σώμα καθώς εκείνο διέταζε πως θέλει να κινείται και την καρδιά μου που ζωντάνεψε σε ένα νησιώτικο συρτό που πήρα ολόκληρη φωτιά.

Αργότερα, όταν τέλειωσε το γλέντι, άφησα πίσω την ταβέρνα στην παραλία της Ερίστου και επέλεξα να περπατήσω μόνη μέχρι το σχολείο που μέναμε. Ήταν η ίδια διαδρομή που έκανα κάθε απόγευμα από το Μεγάλο Χωριό όταν πήγαινα για μπάνιο στη θάλασσα. Εκείνο το βράδι δεν είχε φεγγάρι και μόλις απομακρύνθηκα μερικά μέτρα βρέθηκα στην ερημιά με πίσσα σκοτάδι. Κολώνες της ΔΕΗ δεν υπήρχαν. Γνωρίζω το δρόμο, όμως άλλο μέρα και άλλο νύχτα. Ανοίγω το βήμα μου. Είμαι σε εγρήγορση. Το κεφάλι μου στρέφεται ψηλά στον έναστρο ουρανό. Σταματώ να απολαύσω την απεραντοσύνη του. Το μοναδικό φως που φέγγει είναι από αμέτρητα αστέρια. Γύρω μου τα τριζόνια τραγουδούν. Τι φοβάμαι; Δεν είμαι μόνη. Δεν νοιώθω μόνη. Παίρνω μια βαθιά ανάσα βάζοντας μέσα μου όλη αυτήν την ομορφιά και συνεχίζω το δρόμο μου. Έχω ένα χαζό χαμόγελο, σαν ερωτευμένη. Αν μπορούσε να με δει κάποιος θα έλεγε ότι δεν στέκω και πολύ καλά στα λογικά μου. 

Σαν να ανακαλύπτω τον εαυτό μου. Του μουρμουρίζω : «Εαυτέ μου, πόσα έχουμε περάσει μαζί! Θέλω να με αφήσεις να σε γνωρίσω καλύτερα, να γίνουμε φίλοι και να σε αγαπήσω περισσότερο. Μου φαίνεσαι ωραίος τύπος, τελικά».

Όταν ξάπλωσα στον υπνόσακο να αποκοιμηθώ, σιγοτραγουδούσα μέσα μου: 

«της εξοχής τα πρωινά θα τα βρούμε μαζί, αγκαλιά …»

Ελένη Τ. (14.11.2020)

* Ευχαριστώ την Κρυσταλία Πατούλη που με αφορμή το βιωματικό σεμινάριο «Αφήγηση Ζωής», μου πρόσφερε την ευκαιρία να συστηθώ από την αρχή με τον εαυτό μου και τη ζωή μου. Τόσο η δυναμική του σεμιναρίου όσο και η ίδια η Κρυσταλία, ενίοτε «σαρωτικά» και τα δύο, λειτούργησαν αφυπνιστικά καθ’ όλη τη διάρκεια του. Χάραξαν την αρχή της διαδρομής για μια καινούργια ζωή απαλλαγμένη από τα βαρίδια του εαυτού μου που με κρατούσαν πίσω.

Τέλος, ευχαριστώ τον Γιώργο και την Αντωνία, την πηγή της δικής μου πληροφόρησης για την «Αφήγηση Ζωής», όντας οι ίδιοι ευεργετηθέντες πριν από μένα.
---


Η σωτηρία της ψυχής

(Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης / Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου)

Της εξοχής τα πρωινά
θα τα βρούμε ξανά
αγκαλιά στο κρεβάτι
και δεν πειράζει που τόσο νωρίς
θα κοιτάμε χωρίς
να γυρεύουμε κάτι.

Της σιγουριάς τα υλικά
είναι λόγια γλυκά
σε κασέτες γραμμένα
γι’ αυτά που ήρθανε τόσο αργά
μα τα πήρε η καρδιά
με τα χέρια ανοιγμένα.

Η Σωτηρία της ψυχής
είναι πολύ μεγάλο πράγμα
σαν ταξιδάκι αναψυχής
μ’ ένα κρυμμένο τραύμα.

Μια παραλία ερημική
και ν’ απλώναμε εκεί
της ζωής μας το βήμα
και δεν πειράζει που τόσα φιλιά
πριν να γίνουν παλιά
θα τα πάρει το κύμα.

Κι εκεί στην άκρη της γραμμής
θα χαρίζουμε εμείς
τα παλιά μας κομμάτια
σ’ αυτά που ήτανε τόσο μικρά
μα που ρίχναν σκιά
για να μοιάζουν παλάτια

---

(Ζωγραφικό έργο: "The Authentic Self" by Tamara Ghandour)

 

 

7.6.20

Πήγα πιο μακριά από κει που περίμενα να φτάσω





Για το τέλος..
Το να ξεκινήσω το σεμινάριο ήταν μοιραίο. Ήταν εκείνη η βραδιά που ήρθα στο βιβλιοπωλείο Bookworld στην Αγία Παρασκευή, για να παρακολουθήσω την παρουσίαση των “Αδέσποτων”(εκδ. Ταξιδευτής). Ταξίδεψα, συγκινήθηκα, θύμωσα, ακούγοντας αποσπάσματα από τις ιστορίες του βιβλίου. Ήταν και που η κουβέντα πήγαινε κι ερχόταν στο “παιδί” που έπρεπε να μιλήσει. Συγκυριακά ήταν η περίοδος που είχα αρχίσει να φροντίζω κι εγώ το “παιδί”.

Υπάρχουν περίοδοι στη ζωή μου που απλά ο χρόνος κυλάει. Υπάρχουν άλλες που αισθάνομαι ότι αναπνέω περισσότερο από άλλοτε. Μια τέτοια περίοδος ήταν κι αυτή του σεμιναρίου.

Πήγα πιο μακριά από κει που περίμενα να φτάσω. Δεν είναι οι 23 ή 24 σελίδες που κατάφερνα να γράψω. Είναι ότι θυμήθηκα, ένοιωσα, ξεφορτώθηκα, κατάλαβα, αποτύπωσα με λέξεις ιστορίες, τις μοιράστηκα.

Ορσαλία, Έφη, Αναστασία, Ελένη Τσ., Ελένη Κ., Ηρώ, Ευτυχία, ευχαριστώ από καρδιάς που υπήρξατε ακροατές σε ιστορίες δύσκολες, στενάχωρες. Ευχαριστώ για την τόλμη και την γενναιότητα να μοιραστείτε τις δικές σας ιστορίες. Αν και από την οθόνη του υπολογιστή, σας ένοιωσα πολύ κοντά μου.

Κρυσταλία, σε ευχαριστώ για την καθοδήγηση, για τα σχόλια, για την τόλμη να λες «ο Βασιλιάς είναι γυμνός» ακόμα κι όταν νόμιζα ότι είχα ντυθεί βαριά.

Για το τέλος να πω, ότι ξεφορτώνομαι τις… νεράιδες!

Καλή αντάμωση κορίτσια!

Αντωνία Μαθιουδάκη
 



6.6.20

Το μεγαλείο της λέξης μοιράζω / μοιράζομαι!



Για καλή μου τύχη, μια μέρα κατά τη διάρκεια της καραντίνας, το μάτι μου έπεσε πάνω σε μία ανακοίνωση του Μικρού Πολυτεχνείου για το εργαστήριο Αφήγησης ζωής.

Χωρίς να ξέρω τι ακριβώς είναι η βιωματική αφήγηση, αλλά με την επιθυμία να μάθω περισσότερα γι' αυτό τον τρόπο γραφής, έκλεισα τελευταία στιγμή τη θέση μου.

Η αφορμή ήταν η επιθυμία μου να παρακολουθήσω ένα σεμινάριο για να γίνει πιο υποφερτό το διάστημα του εγκλεισμού. Τελικά, αυτό με το οποίο σκόπευα να περάσω λίγο ευχάριστα το χρόνο μου έγινε η νέα οπτική του χρόνου και όλων των χρόνων της ζωής μου.

Είναι μακράν ότι καλύτερο έχω κάνει για να έρθω πιο κοντά στον εαυτό μου. Η Κρυσταλία Πατούλη με τις γνώσεις της και την καθοδήγηση της, με το απίστευτα πλούσιο υλικό που κάθε φορά μας έστελνε, με τις άκρως εύστοχες παρατηρήσεις της και με τον μοναδικό τρόπο που ξέρει να ακούει, έβγαλε από μέσα μου αυτό που η ίδια λέει: συγγραφικό εαυτό. Εγώ θα πω τον ειλικρινή με τον εαυτό μου, εαυτό.

Διαβάζοντας η ίδια τα κείμενα μου είδα πράγματα για μενα που δεν είχα φανταστεί. Άκουσα σχόλια που με πήγαν ένα βήμα παρακάτω και για το τι θέλω να πω με αυτά που γράφω αλλά και για τη ζωή μου. Η ομάδα που δημιουργήσαμε έδεσε τόσο πολύ που όλες σας νιώθω πλέον φίλες μου και με μεγάλη συγκίνηση αύριο θα κλείσουμε αυτόν τον κύκλο.

Ήταν μια εμπειρία ασύγκριτη που δεν θέλω να τελειώσει! Έχω εθιστεί στις Κυριακές μας!

Κρυσταλία όσα ευχαριστώ και να πω είναι λίγα! Δεν έχω γνωρίσει ποτέ άλλον άνθρωπο να ακούει με τον τρόπο που ακούς εσύ! Είναι απίστευτο πώς καταλαβαίνεις τα νοήματα των όσων γράφουμε χωρίς ακόμα εμείς οι ίδιοι να τα έχουμε συλλάβει. Στο σεμινάριό σου ένιωσα για πρώτη φορά το μεγαλείο της λέξης μοιράζω / μοιράζομαι!

Σε ευχαριστώ για όλα!

Είναι τιμή μου που με δέχτηκες για επιβάτη!

Αναστασία Δανάλη

2.6.20

Η ανάγκη μου να γράψω βιωματικά...






Η ανάγκη μου να γράψω βιωματικά ξεκίνησε όταν θέλησα να πω στα παιδιά μου ιστορίες για τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Τα λάθη που έκανα και που ίσως άθελα μου να τα κουβαλάνε μαζί τους στις αποφάσεις τους, στις σχέσεις τους και αργότερα στα δικά τους παιδιά. Δεν θα θυμούνται, σκέφτηκα. Θα τρέχουν κι αυτά σε ψυχολόγους να βρουν τα κομμάτια που τους λείπουν από το παζλ. Θα τους τα φυλάξω εγώ, είπα, και θα τους τα δώσω όταν μεγαλώσουν και πετάξουν μακριά μου.

Έτσι άρχισε το ταξίδι μου στο σεμινάριο της βιωματικής γραφής με σένα, Κρυσταλία. Κατάλαβα ότι προτού «κάμω την ιστορία» των παιδιών μου, πρέπει να κάνω την δική μου. Να την ξανά-κάνω. 

Μετά από τόσα χρόνια προσωπικής ψυχοθεραπείας νόμιζα ότι ήξερα τον εαυτό μου, ότι είχα φτιάξει το δικό μου πάζλ. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι από την πρώτη λέξη που θα γράψω, θα βγουν κομμάτια που δεν τα είχα ξαναδεί. Νοήματα που δεν είχα ξαναδώσει. Δηλωμένες μνήμες  που μιλούν για μένα αντί εγώ γι αυτές! Άδηλες μνήμες που γίνονται γεγονός, όπως είπε Καζαντζάκης, στερεώνονται με λέξεις! Οι λέξεις. Οι λέξεις λένε τα δικά τους. Αυτονομούνται, τρέχουν και με προσπερνούν. Κι εγώ από πίσω τις ακολουθώ με εμπιστοσύνη πια, πως αυτές ξέρουν καλύτερα. 

Έχω διαβάσει και τα 110 μηνύματα που απλόχερα μοιράστηκες μαζί μας αυτές τις 8 εβδομάδες. Κάθε σκέψη σου, κάθε δημοσίευμα, τραγούδι, βιβλίο, εικόνα, τα παίρνω μαζί μου ανεκτίμητους συνοδοιπόρους στο δρόμο για το παραπέρα.

Η συμμετοχή μου στο σεμινάριο αυτό ήταν η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει στο ταξίδι της αναζήτησης. Σ’ ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου για ό,τι μού πρόσφερες. Μα πιο πολύ σ’ ευχαριστώ για την προσωπική σου κατάθεση σαν άνθρωπος, που ζεις μαζί μας τις ιστορίες μας [...] 

Ορσαλία Λαμπροπούλου

4.3.20

Για το Σαμποτάζ, από την Κρυσταλία Πατούλη

Για το Σαμποτάζ

Γράφει η Κρυσταλία Πατούλη // *
Γιάννης Γαβράς «Σαμποτάζ», Εκδ. Εστία

«Πήρα αυτό τον ρόλο, του σαμποτέρ στην οικογένεια κι έγινα το μαύρο πρόβατο. Χωρίς να το καταλαβαίνω, εκδραμάτιζα τις παθογένειες, έγινα το σύμπτωμά τους. Ένας σιωπηλός μάρτυρας. Παρατηρούσα κι έδειχνα τα πράγματα χωρίς να μιλάω, μέσα από μια πορεία αυτοκαταστροφής, αυτοσαμποτάζ.
Μετράω τις πληγές μου και συνεχίζω. Για τις μάχες που χάθηκαν, γι’ αυτές που κερδήθηκαν και γι’ αυτές που ακολουθούν και μένει να κερδηθούν»,
γράφει ο Γιάννης Γαβράς, στη νουβέλα Σαμποτάζ, Εκδόσεις Εστία, η οποία άρχισε να γράφεται πριν από πολλά χρόνια.

Ο Κώστας, ο βασικός του ήρωας, δεν αρκείται να μάς αφηγηθεί μόνο, πως παρασύρθηκε στο …ρέμα του αλκοόλ. Το νήμα φτάνει, δύο γενιές πίσω, δείχνοντας να έχει επίγνωση πως αποτελεί ένα μικρό κομμάτι ενός μεγάλου συστήματος, με έναν πατέρα που δείχνει να μην έζησε την εφηβεία του και είναι ο ειδικότερος να μάς εξηγήσει τι σημαίνει «άχθος» της ζωής ή «μόχθος» της ζωής, γι’ αυτό ίσως και αποστρέφεται τη λέξη «άγχος». Άγχος, άραγε, για το αν ο γιος ξενιτευτεί κι εκείνος όπως ο ίδιος, σε έναν τόπο που δεν τον διάλεξε;

Όταν για πρώτη φορά ήρθε ο Γιάννης στο σεμινάριο Αφήγηση Ζωής, διάβασε αυτό το κείμενο, που μιλούσε για ένα παιδί που «σαμποτάριζε την οικογενειακή φωτογραφία». Σάν να ήξερε από την αρχή, τι ήθελε να αφηγηθεί ο συγγραφικός του εαυτός. Σαν να γεννήθηκε εκείνο το παιδί, για να συγκρουστεί με την «κατάρα» της οικογένειας: να μην ζουν οι άντρες την εφηβεία τους. Κι όπως ήταν φυσικό, πήγε στην άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος και συνέχισε την οικογενειακή «παράδοση».

Ο Ηλίας Λυκούδης, που πριν πεθάνει ήταν διευθυντής της θεραπευτικής Κοινότητας Νόστος του ΚΕΘΕΑ, είχε πει πώς «Η χρήση ψυχότροπων στην πρώτη της φάση, είναι µια ενεργητική κίνηση. Δηλαδή ο άνθρωπος κάτι ψάχνει µέσα από αυτά, κάποιο νόημα βρίσκει».
Έτσι κι ο βασικός ήρωας του Γαβρά, που «συνοψίζει» τις ζωές όλων όσων ήθελε ο συγγραφέας να αφηγηθεί, μαζί με δικά του βιώματα, ξενιτεύεται τελικά στη χώρα του Αλκοόλ, για να αντιμετωπίσει μια εφηβεία, που οι δυσκολίες της έχουν τις ρίζες τους και στο παρελθόν:

Σε ένα ξύλινο μπαρ, σε μια διαφορετική ζωή στη Σενεγάλη της Αφρικής, που έπρεπε να αποχωριστεί στα 7του χρόνια, για να προσαρμοστεί στην Ελλάδα σε έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής. Κι όταν μετά από καιρό αρχίζει να συνηθίζει κάπως, αν και οι ημικρανίες συνεχίζονται(«λόγω άγχους» όπως αποφαίνεται ο γιατρός) πρέπει και πάλι να μετακομίσουν μαζί με την οικογένειά του, με κατεύθυνση τα βόρεια προάστεια.

Παράλληλα, η σκληρότητα, η αυστηρότητα, οι υπερβολικές προσδοκίες, η έλλειψη επικοινωνίας και αμοιβαίας κατανόησης, δείχνουν ότι μια ολόκληρη οικογένεια βρίσκεται σε μία κρίση αλλαγής που έμελλε να καθρεφτιστεί στον ταυτοποιημένο ασθενή της.

Η γραφή του Γαβρά απορροφάται από το βλέμμα του αναγνώστη σαν το μελάνι πάνω στο ρυζόχαρτο, δίνοντας φωνή σε όσους έπνιξαν την εφηβική τους επανάσταση, και είναι σαν να βιώνουν μέσα από τον ήρωά τους, τα παιδικά χρόνια τους, τα εφηβικά και τα νεανικά, στις καταιγιστικές σελίδες του.

Η Κατερίνα Μάτσα, γράφει στο βιβλίο της «Το αδύνατο πένθος και η κρύπτη», εκδ. Άγρα:
«Η εφηβεία, είναι η εποχή της αναμέτρησής του εφήβου με το άγνωστο, το τυχαίο, το αβέβαιο, μέσα σε ένα φαντασιωτικό παιχνίδι, όπου το επίδικο είναι η ζωή του ή ο θάνατός του. Από την ικανότητά του να «επιβιώσει» ψυχικά μέσα από αυτή την αναμέτρηση, από την ικανότητά του, δηλαδή, να βρει το δικό του πέρασμα προς τη ζωή, θα εξαρτηθεί το ίδιο το ψυχικό του γίγνεσθαι. Στις περιπτώσεις όμως που υπάρχουν βαθιά ελλείμματα στον ψυχισμό του και συνθήκες κρίσης στο οικογενειακό και στο κοινωνικό περιβάλλον, τότε αυτό το πέρασμα προς τη ζωή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ικανοποιητικά για το άτομο και το παιχνίδι με το θάνατο γίνεται τρόπος ζωής […] Το βέβαιο όμως είναι ότι σ’ αυτό το μακάβριο παιχνίδι η διαρκής πρόκληση του θανάτου αποσκοπεί, βασικά στην ακύρωσή του» .

Δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να πω, ότι αυτό το βιβλίο είναι θεραπευτικό για κάθε έναν που θέλει να ζήσει… Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν ένας συγγραφέας με λογοτεχνικό ταλέντο, και στον πεζό και στον ποιητικό λόγο, αποφασίζει να κάνει έργο τη χαμένη ζωή τους, σαν για να πενθήσουν τα χρόνια που έφυγαν, και να δώσουν φόρα για όσα έρχονται.

Όταν, θυμόμαστε, άλλωστε, μπορούμε να αλλάξουμε ακόμα και το παρελθόν. Κι όταν αποφασίσουμε να «κατασκευάσουμε το παρελθόν μας» όπως ψιθυρίζει στο αυτί όλων των εφήβων η Πιέρα Ολανιέ (στο βιβλίο Ψυχανάλυση και εφηβεία, εκδ. Εστία), μπορούμε και να το ανακατασκευάσουμε «από τη σκοπιά του παρόντος»**.

Όλοι μας κάνουμε ότι μπορούμε προχωρώντας, για να αποκαλυφθεί το πεπρωμένο μας. Του Γιάννη Γαβρά, με αυτή την έκδοση, νομίζω αποκαλύφθηκε. Ο ίδιος αυτοπραγματώθηκε μετουσιώνοντας, και είναι σαν να ξαναγέννησε όλα τα πνιγμένα χρόνια και σαν να ξαναγεννήθηκε μαζί με τον ήρωά του, που ενηλικιώθηκε, που έγινε δηλαδή ο καλύτερος γονιός του εαυτού του. Γι’ αυτό σήμερα μπορούμε να  ανάψουμε το πρώτο κεράκι για τα πρώτα λογοτεχνικά του γενέθλια και να του ευχηθούμε ολόψυχα: Χρόνια πολλά!

Σε αυτό το σημείο, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ, στο πρώτο κείμενο (με τίτλο «Η επανάσταση πνίγηκε») που με καθήλωσε και δεν σταμάτησα να λέω στον Γιάννη ότι έπρεπε να γράψει ένα βιβλίο, που μέσα σε όλα έγραφε:

«Η επανάσταση πνίγηκε μέσα σε θάλασσες ποτού, σε μεθυσμένες νύχτες καταστροφής, στα κόκκινα μάτια, σε ανόητα φιλιά, στο αλόγιστο ξόδεμα του χρόνου. Πέρασα και καλά, μα σαν ήρθε η ώρα, το αλκοόλ που μου «έδινε» απλόχερα τον πρώτο καιρό, ήρθε σαν τοκογλύφος πιστωτής (τύφλα να ‘χει το ΔΝΤ), όχι μόνο να μου τα πάρει όλα, μα και να με ρίξει στην ανημπόρια, στην αρρώστια και στο χάσιμο του ίδιου μου του εαυτού.
Όμως επέζησα, βγήκα από την κόλαση, ξαναγύρισα στη ζωή και τώρα είμαι εδώ, έχω εμένα και παλεύω


«Η μεγαλύτερη μάχη που θα νικήσεις ποτέ…» λένε οι σοφοί ανατολίτες «…είναι εκείνη που μπόρεσες να την αποφύγεις». Ο Κώστας, ο ήρωας του Σαμποτάζ, δεν την απέφυγε, ο Γιάννης, όμως, νίκησε μετουσιώνοντάς την.
Μακάρι μέσα από αυτό το βιβλίο, πολλοί άνθρωποι να νικήσουν στην πιο μεγάλη μάχη της ζωής τους, αποφεύγοντάς την, και όσοι δεν μπόρεσαν να την αποφύγουν, να καταφέρουν να την μετουσιώσουν. Είναι άλλωστε ότι πιο θαυμαστό και ηρωικό μπορεί να κάνει ο άνθρωπος.
Και όπως έγραψε για το Σαμποτάζ, και η Χάρις Κατάκη:
«Ο Κώστας, ο ήρωας της νουβέλας του Γαβρά, είναι ένας «επαναστάτης» που δεν προσπαθεί να σώσει τον κόσμο αλλά πιστεύει ότι ο κόσμος μπορεί να γίνει λίγο καλύτερος, αν προσπαθήσει ο καθένας μας να σώσει τον εαυτό του και αν αντιμετωπίζει τους άλλους με κατανόηση και συμπόνια. Η αποφθεγματική του ρήση «Αυτός ο πάτος θα έχει πολύ ταβάνι» συμπυκνώνει το μήνυμα ολόκληρου του βιβλίου».

Υγ. Δεν μπορώ επίσης να μην αναφέρω την γενναιοδωρία του Βασίλη Βασιλικού, που έβαλε και εκείνος το μαγικό χέρι του γι’ αυτήν την έκδοση.


* Η Κρυσταλία Πατούλη είναι δημοσιογράφος – σύμβουλος ψυχικής υγείας

** Η Δύναμη του Μυρμηγκιού, του Ηλία Λυκούδη, εκδ. Ερευνητές/ΚΕΘΕΑ.

--
Βίντεο της παρουσίασης στον Ιανό:



--
Via: https://www.fractalart.gr/sampotaz/  
 
 

 

Για τα "Αδέσποτα", από την Αγγελική Κυβέλου





Αδέσποτα
Αρχίζω από τις ευχαριστίες:
Ευχαριστώ κατ’ αρχάς την Κρυσταλία που με πρόγκιξε για να κάνω το σεμινάριο, που μου πρότεινε σήμερα να κάνω την παρουσίαση του βιβλίου, που με εξανάγκασε να την αγαπήσω τόσο πολύ.
Χαίρομαι πολύ που βρίσκομαι ανάμεσα σε αδέσποτα, τον Γιάννη και την αγαπημένη μου αδέσποτη συμμαθήτρια Μαρία, που βρισκόμαστε στο φιλόξενο χώρο της αδέσποτης Χρυσούλας.
Ευχαριστώ πολύ όλους και όλες που βρίσκεσθε εδώ σήμερα, και ευχαριστώ βεβαίως και όλα εκείνα πρόσωπα που αυτομόλησαν και βρήκαν καταφύγιο σε αυτό το βιβλίο, και άλλα πρόσωπα που παρευρίσκονται και αυτά σε αυτήν εδώ την αίθουσα που ο καθένας από εμάς φέρει, κουβαλάει μαζί του, συντροφεύεται, αυτούς τους άλλους, ευεργετικούς ή δύσκολους, που συνέβαλαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να βρισκόμαστε τούτη τη στιγμή μαζί σε αυτή την αίθουσα. Τέλος ευχαριστώ πολύ τα αδέσποτα, όλα τα παιδιά και τους εφήβους και όλα εκείνα τα πρόσωπα που ξεπηδούν και χρωματίζουν την σημερινή μας συνάντηση.

Πήρα στα χέρια μου βιβλίο. Κοίταξα το εξώφυλλο, ξεφύλλισα τις σελίδες, μύρισα το χαρτί και χάθηκα στη φωτογραφία της Κρυσταλίας. Το κοριτσίστικο της κεφάλι γέρνει από τη μια μεριά στέκοντας δεκτική, στοχαστική, ευαίσθητη, σταθερή. Ποια μεριά να ακολουθήσω αυτή με τα μαύρα στίγματα σε κίτρινο κύκλο ή με τα σταυρουδάκια στα αριστερά της;

Διάβασα τις αφηγήσεις. Πώς να μιλήσω για το βιβλίο; Αυτό έχει τόσα επίπεδα για μένα. Πώς να μιλήσω για τους κύκλους που έκανε στο νερό η πέτρα πέφτοντας; 45 αφηγήσεις για την παιδική και εφηβική ηλικία. Αφηγούμαι, από και ηγούμαι, τα βάζω σε σειρά.
Πώς στο «εδώ και τώρα» αναθρώσκει το «εκεί και τότε»;
Πώς το παρελθόν δίνει το «παρών», όπως συμπεριλαμβάνεται στο τώρα και όπως αρτιώνει το εδώ;
Το βιβλίο «Αδέσποτα» είναι ένα κομμάτι αυτής της αφήγησης.
Στην παιδική και εφηβική ηλικία τα γεγονότα πέφτουν σφοδρά αφήνοντας πίσω τους καλδέρες και κρατήρες δημιουργώντας το γόνιμο κενό που ο σπόρος του ανθρώπου δύναται να ευδοκιμήσει.
Κάποιες αφηγήσεις μου θυμίζουν ανθρώπους και κάποιοι άνθρωποι μου θυμίζουν αφηγήσεις.
Τα «Αδέσποτα» είναι ένα βιβλίο που με δελεάζει γιατί αποκαλύπτει τη δημιουργικότητα, η οποία έφερε τον αδύναμο, εύθραυστο, τραυματισμένο εαυτό σώο –ή σχεδόν σώο- στο εδώ και τώρα. Τη δημιουργικότητα του κάθε συμμετέχοντα  και της καθεμιάς συμμετέχουσας και πιο πολύ της δημιουργού του Κρυσταλίας Πατούλη. Στέκομαι με δέος στη δική της δημιουργικότητα, να δώσει ζωή στην «Αφήγηση ζωής», που είναι ο λόγος του ενήλικα για το δικό του παιδί και έφηβο, η συμφιλίωση με ό,τι δικό του έχει ψυχραθεί, η σύνδεση με την ευθραυστότητά του και η τιμή, ο σεβασμός και η συμπερίληψη στο Εδώ και Τώρα. 

Τίποτα στη ζωή δεν είναι σταθερό, το μόνο σταθερό είναι η αλλαγή. Η παρατήρηση των αλλαγών, η επίγνωση της προσωρινότητας καταστάσεων και προσώπων, η συνειδητοποίηση της θνητότητας, ανοίγει το δρόμο στη λογική, το πένθος, τη πνευματικότητα και τη δημιουργικότητα.
Μήπως η δημιουργικότητα είναι απλά στάδιο του πένθους; Ή και η λύση του ως υπέρβαση της λύπης της απώλειας;
Η πορεία μας είναι μια συνεχής αλλαγή, δημιουργώ το δρόμο να φτάσω στο προορισμό μου, ο οποίος δεν υπάρχει ακόμα, απλά συνδημιουργείται καθώς τα βήματά μου τον χαράζουν.
Όπου η προσοχή πέφτει ο κόσμος φωτίζεται (Καζαντζάκης).
Η Κρυσταλία έστησε το στημόνι –μας μάζεψε και δημιούργησε το χώρο που δεν υπήρχε πριν- αυτόν της Αφήγησης Ζωής και εκεί ξετυλίχθηκαν τα νήματα και οι διαφορετικές ιστορίες εμπλούτισαν το πρόσωπο και τους ακροατές, τα νήματα γίνανε υφάδι που πλέχτηκε γύρω από το στημόνι και το στέρεο ύφασμα δημιούργησε το Χώρο. Η Κρυσταλία έδωσε Τόπο, γη στα δικά και ξένα αδέσποτα. Η δημιουργικότητά της είναι ηθική. Η μέση φωνή, αυτή είναι η κοινή ανθρώπινη μοίρα. Η μέση φωνή, ενεργώ και παθαίνω: φωτίζω το παιδί, λαμπρύνεται ο ενήλικας, στρέφω την προσοχή μου στην ευθραυστότητα σου, σε ενδυναμώνω και ενδυναμώνομαι.
Αυτό απλά είναι αγάπη με σεβασμό.

Ευχαριστώ από καρδιάς όλους σας
Αγγελική Κυβέλου, Ψυχοθεραπεύτρια - Σύμβουλος Κέντρου Συμβουλευτικής Χαροκόπειου Παν/μίου
 
14-02-2020 
Παρουσίαση στο βιβλιοπωλείο BOOKWORLD:


Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου