Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

16.2.14

ΝΤΥΛΑΝ ΤΟΜΑΣ - Έχω ποθήσει να ξεφύγω Του Χρήστου Χατζόπουλου

Κι’ αν οι ερωτευμένοι χαθούν, ο έρωτας δε θα χαθεί .
Έχω ποθήσει να ξεφύγω, όμως φοβάμαι .
Φοβάμαι τον αρχαίο πανικό που σκεπάζει τις νύχτες μου .
Τις μέρες που θυμάμαι ως γλυκές κι’ αθώες αναμνήσεις .
Θα ξανάρθουν ;
Πόσο μπορώ να το αποφεύγω ετούτο το μαρτύριο ;
Πόση οδύνη ακόμη θα σκιάζει τη ματιά μου, θα ξεσκίζει τα σωθικά μου ;
Όσα έζησα κι’ όσα ξαναέζησα, δε φέρνουν τους νεκρούς κοντά μας .
Μπούχτισα να τους αποχαιρετώ, να λέω αντίο ξανά και ξανά στην ειρήνη .
Να κλαίω γοερά κι’ απροσμέτρητα για μια χαμένη ευτυχία .
Οι ρόλοι που ντύνουν τις συμπεριφορές μας, είναι συμβατικοί και υποκρίνονται .
Υποκρίνονται μιαν αλήθεια γεμάτη από το φόβο του θανάτου, από τη διαπίστωση της απώλειας, αναμετρούνται με την ανάγκη για αποδοχή .
Κι’ αν πόθησα να ξεφύγω από αυτό που με πληγώνει, είναι γιατί ξέρω πως δε θα πεθάνω εξαιτίας του .
Γιατί ο σκοτεινός καβαλάρης, τρέχει τόσο γρήγορα που δεν βλέπεις από πού έρχεται, κι’ έρχεται συνήθως απ’ το μέρος που δεν είδες .
Δε θα μου λείψουνε ποτέ αυτά που έχω, θα μου λείψουνε τα ίχνη τους, που μένουνε στο χιόνι ή στην άμμο κι’ οι θάλασσες με τα καλοκαίρια να παίρνουν τη μορφή τους .
Τον πόνο, ο έρωτας γιατρεύει, η ομορφιά που ανθίζει σε δυό αντικριστές επιθυμίες .
Μόνο αυτός είναι ελεύθερος και χαμογελαστός, σε μια στιγμή μονάχα μένει αιώνια ζωντανός και πάντα νέος .
Ο έρωτας μας μαθαίνει να ζούμε .
Ότι ποθούμε είναι πιο εύκολο να το κάνουμε πραγματικότητα, απ’ ότι να δεχτούμε και την αλλαγή που προϋποθέτει η αλήθεια του .
Την απουσία του ή την αναγέννησή του .
«Ένα καπέλο που έβγαλα», ένα καπέλο που σκεπάζει το βλέμμα μου και με κρύβει από εμένα .

Έχω ποθήσει να ξεφύγω, όμως φοβάμαι∙
λίγη ζωή περισωσμένη αν ξεπηδούσε
απ’ του παλιού μου φόβου αποκαΐδι
ανάερα σκάζοντας και μ’ άφηνε τυφλό;
Από της νύχτας τον αρχαίο πανικό,
ένα καπέλο που έβγαλα,
τα χείλια μου σμιχτά στ’ ακουστικό,
δε θα με τσάκιζε αμέσως του θανάτου το φτερό;
Δεν φοβάμαι μην πεθάνω απ’ αυτά,
μισά συμβάσεις, ψέματα τ’ άλλα μισά.


Άκουσε (μια παραλλαγή στον Μπουκάϊ) του Χρήστου Χατζόπουλου

Μια αργή και επίπονη διαδικασία .
Αυτό είναι .
Ξυπνάς, ζείς, τρώς - αν τρώς - κοιμάσαι .
Κι’ όλον αυτόν τον καιρό, το μυαλό σου προσπαθείς να το κρατάς απασχολημένο με κάτι διαφορετικό – για να πάψεις να πονάς, να κλαίς – όμως ακόμη κι’ όταν χαμογελάς ή συστήνεσαι σε κάποιον ή στέκεσαι πάνω από μια στοίβα χαρτιά στο γραφείο ή οδηγείς, δε γίνεται να φύγει, να πάψει να σε κατακλύζει .
Άλλοτε ίσως, φαίνεται και κάποιοι γνωστοί σου σε αντιλαμβάνονται, μα δεν ξέρουν πώς να ρωτήσουν .
«Πώς είναι δυνατόν, ρε φίλε ; Γιατί ; Εσύ ήσουν μια χαρά…»
Κι’ όλη μέρα, αυτό το «γιατί» σε κυνηγάει, ανακατεμένο με ενοχές και αγωνία, μια αναθεώρηση σε όλο το οικοδόμημα που σάρωσε η έντονη συμπεριφορά σου, ενός ακόμη πιο δυναμικού χαρακτήρα που μάθαινε το Όχι προβάλλοντας το Ναι .
Αντιφατικά μηνύματα, σε όρια κι’ επιθυμίες, τα οποία ανάβουν ένα βραδυφλεγές φυτίλι .
Κι’ ετούτο καίγεται, καίγεται και περιμένει την κατάλληλη στιγμή να μιληθεί .
Να ανατιναχθεί .
Διαθλασμένο, διεφθαρμένο, παρερμηνευμένο, εκούσια θολωμένο, θέλει να φωνάξει :
«δεν ήθελα αυτό, δεν εννοούσα το άλλο, δεν αντέχω την αλήθεια, γιατί φοβάμαι να σε χάσω»
Το αποτέλεσμα δείχνει πως το αντιφατικό μήνυμα, μόνο πρόβλημα μπορεί να δημιουργήσει, μόνο μπέρδεμα .
Το μόνο που θα χάσεις, είναι το δίκιο σου .
Εάν είσαι ειλικρινής, μείνε εκεί και φάε τη συνέπεια αυτού που λές .
Μείνε εκεί κι’ ο άλλος θα σε καταλάβει, θα σε αποδεχτεί .
Γιατί σε βλέπει, σε γνωρίζει, σε αγαπάει όπως είσαι .
Μια αργή και επώδυνη διαδικασία .
Να είσαι ο εαυτός σου .
Ή τουλάχιστον να γνωρίζεις τα κομμάτια από τα οποία απαρτίζεσαι στην ολότητά σου .
Όσο διακρίνεις πιο ξεκάθαρα τις αξίες σου, τόσο τολμάς το συναίσθημα, μαθαίνεις να ακούς .
Τι να φοβηθείς πλέον ;
Τι να φοβηθούν από σένα ;
Ακόμη κι’ αν θυμώσεις για κάτι, σκέπασέ το με ένα όμορφο συναίσθημα, σκέψου εάν η διαφωνία ή η άρνηση είναι όντως απόρριψη, άσε το κάψιμο στο στομάχι ή το φούντωμα στα μάτια σου να γίνει χαρά που θα καλύψει τους ώμους και την καρδιά, άσε κάποια δευτερόλεπτα στο Λόγο να πάρει τη μορφή του .
Άφησε ένα ευχαριστώ να ακουστεί πάνω απ’ το «γαμώτο» .
Είναι μια αργή μα χρήσιμη διαδικασία .
Να μάθεις να αγαπάς, εσένα . Τον άλλον .
Μια αγκαλιά λίγες στιγμές, είναι μια αιωνιότητα αποδοχής .
Αγκάλιασε .
Κι’ ας μην φαίνεται να έχει τόση αξία μια συγνώμη .
Πάντα έχει αξία όμως η κατανόηση, το βλέμμα και η ζεστασιά της μεταμέλειας, η ανακούφιση .
Έτσι χτίζονται οι χαρές, πάνω στις πληγές .

Πολύ συχνά, οι λέξεις γίνονται εργαλεία ψυχαναγκασμού, οδηγοί του συναισθήματος .
«τι θα πεί αυτό, τι θα πεί το άλλο, δεν πιστεύω στη συγχώρεση, δε θεωρώ πως μπορείς, πως μπορώ να μετατρέψω κάτι δυσλειτουργικό σε κάτι όμορφο, σε κάτι δυναμικό, σε ευτυχία…»
Αυτές οι ίδιες λέξεις που έφεραν το αδιέξοδο και μπλόκαραν το συναίσθημα, γίνονται συνάμα οι φορείς της ειλικρινούς έκφρασης του έρωτα, της αποδοχής, της ανιδιοτέλειας .
Κοίταζε πίσω από τις λέξεις, αυτό που αισθάνονται, αυτό που υπόσχονται, άσε το μυαλό σου να επικοινωνήσει με την καρδιά .
Και θα έρθει, σιγά και απαλά .
Να σου ψιθυρίσει :

«Ακούω»

ΠΟΙΗΣΗ - "Ο Χορός των Παιδιών" του Χρήστου Χατζόπουλου

Ζεις με την Απώλεια στην ψυχή σου
Και κάνεις το κορμί σου οδηγό
Ζητάς να μάθεις που βγήκε λάθος το ταξίδι
Κι’ ύστερα προσποιείσαι πως δεν είσαι εδώ

Θυμάμαι κάποτε που γράφαμε το γάλα
Με μια μεγάλη κιμωλία
Τις μέρες του Γενάρη
Φορούσαμε γιακάδες ως τ’ αυτιά

Θυμάμαι τα παιχνίδια, που θέλανε ψυχή παιδιού
Χαμόγελο και κλάμα για να ζήσουν
Την ανάγκη να φωνάξεις, την έκανες κραυγή
Θυμάμαι ένα κρυφτό που ήταν πατρίδα

Κάτω από τ’ αστέρια ψάχναμε ιππότες
Κι’ η μυρωδιά της φράουλας, άνοιξη φώναζε θα’ ρθεί
Μετρούσαμε τα μπάνια με χάρτινα καράβια
Κι’ ο Σεπτέμβρης φάνταζε ακόμη μακριά

Ζεις με την Απώλεια στην ψυχή σου
Και κάνεις το κορμί σου οδηγό
Ζητάς να μάθεις που βγήκε λάθος το ταξίδι
Κι’ ύστερα προσποιείσαι πως δεν είσαι εδώ

Ένα παιδί εγώ θα μείνω, αρνούμαι τα κορδόνια μου να δέσω
Και με σκισμένα γόνατα το μέλλον θα κλωτσήσω
Λουλούδια και χρώματα σ’ όλη τη γη ν’ απλώσω
Το «Σ’ αγαπώ μέχρι το φεγγάρι» έχω τη δύναμη να πω

Σήκω λοιπόν σήμερα κιόλας και βάλε τα πατίνια
Κι’ από το χέρι ας κρατηθούμε σε άγριες κατηφόρες
Ότι σε πίκρανε κι ότι από χαρά έκανε την καρδιά σου να σκιρτήσει
Θα τ’ αρπάξουμε με τον καινούργιο ήλιο που θα βγει .

Είναι το πριν και το μετά που χαράζουν τη ζωή σου
Λάτρεψέ τα όλα και ξύπνα την ελπίδα
Άκου τα παιδιά που χορεύουν έξω απ’ τη φυλακή σου
Το «Σ’ αγαπώ μέχρι το φεγγάρι» βρες τη δύναμη να πεις

Ζεις με την Απώλεια στην ψυχή σου
Και κάνεις το κορμί σου οδηγό
Ζητάς να μάθεις που βγήκε λάθος το ταξίδι
Κι’ ύστερα προσποιείσαι πως δεν είσαι εδώ


ΠΟΙΗΣΗ - "Ανάστημα" του Χρήστου Χατζόπουλου


Σήκωσε επιτέλους
Τη βροντερή γροθιά σου
Κάνε τη γλώσσα αμόνι
Τον πόνο κεραυνό
Και ρίξε από πάνω σου
Τον αόρατο μανδύα

Ήρθε ο καιρός που θάλασσες
Μες τις στεριές θα μπούνε
Ήρθε η ώρα που οι ουρανοί
Αρνούνται πια να κλάψουν
Ήρθε ο Άνθρωπος αυτός
Που περπατά μονάχος

Κοίταξε τώρα ακέραιος
Όλη η ζωή γελάει
Ένα μετά και ένα πριν
Τι θα’ ταν χωρίς Τώρα ;

Βγάλε απ’ το θηκάρι της
Τη θαλερή σου Γνώση
Κι’ έλα μαζί μας άγνωστε
Σε τόπους δίχως θλίψη
Γεμάτους με Ανάστημα
Κραυγές παιδιών γεμάτους

Μην περιμένεις παρακάλια
Στα μάτια να κοιτάξεις
Ούτε ιππότες θα’ ναι εκεί
Στα ίσια να παλέψεις
Το αίμα δεν θα’ ναι αρκετό
Γι’ αυτά που σου ζητάνε

Κοίταξε τώρα ακέραιος
Όλη η ζωή γελάει
Ένα μετά και ένα πριν
Τι θα’ ταν χωρίς Τώρα ;

Είσαι εκείνο το δεντρί που σιωπηλά
Τον άνεμο δαμάζει
Σαν πέτρα αγέρωχη
Υψώνεις τις κορφές σου
Ακόμη κι’ αν
Χαλάζι και βροχή
Λειαίνουν το κορμί σου

Ο Φόβος είναι η ανταμοιβή
Γι’ αυτούς που θα τολμήσουν

Πέντε φορές δοκίμασε
Κι’ ύστερα άλλες πέντε
Ο κόσμος πάει ανάποδα
Κι’ εσύ θα τον ισιώσεις
Σήκωσε πια το χέρι σου
Να πιάσεις το δικό μου

Κοίταξε τώρα ακέραιος
Όλη η ζωή γελάει
Ένα μετά και ένα πριν
Τι θα’ ταν χωρίς Τώρα ;


ΠΟΙΗΣΗ -" Κολύμπα " του Χρήστου Χατζόπουλου

Άλλοτε πέφτεις
Χωρίς στο χέρι σου να είναι
Κι’ άλλοτε ρίχνεσαι
Με τα χέρια
Ανοιχτά

Και πάντα
Σ’ ένα τέλος μαγικό
Βρίσκεσαι όρθιος ξανά
Ή μήπως
Στο βάθος του γκρεμού σου
Έχει μείνει
Ακόμη η κραυγή σου ;

Ότι σε σηκώνει
Δεν είναι πάντα
Το σχοινί που έχεις στο λαιμό
Κι’ ότι σε σκοτώνει
Δεν είναι ποτέ
Η άκρη του
Που κόπηκε

Κολύμπα,

Κι’ ας είναι σκοτεινά

ΠΟΙΗΣΗ - "Μόνο στο όνειρο ξυπνώ" του Χρήστου Χατζόπουλου

(Της Λ)

Ανάμνηση
Δεν βιάστηκες ποτέ να φύγεις
Βιάστηκα
Εγώ
Να σε ζήσω

Σε κάθε βλέμμα της
Υφαίνω τη μέρα
Που θέλω να θυμάμαι
Με το άρωμα του λαιμού της
Φροντίζω
Ν’ ακούω το ρυθμό σου
Γεμίζω
Το βιβλίο μιας αφήγησης
Με λόγια
Που εννοούσαν

Με λέξεις
Που ειπώθηκαν
Μέσα από καθρέφτη

Και
Το άγγιγμά της
Δεν πρόκαμα
Βαθιά να ερμηνεύσω
Να ζεσταθώ
Στο χάδι της επάνω

Αφήνω
Τον Ορισμό
Σε σένα
Ανάμνηση

Μα ξύπνησα πια
Και ξέρω
Να ονειρεύομαι

Σαν αγκαλιά μεγάλη
Τώρα τα ίχνη μου
Αισθάνονται
Και νιώθουν

Πατώ
Και περπατώ

Στο όνειρο που ζώ
Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου