Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

17.1.17

«Γ ο υ λ ί». Του Πέτρου Μακρή

Ήταν ένα όμορφα διατυπωμένο μήνυμα στο κινητό μου. Αποστολέας η φίλη μου η Ξένια. Με καλούσε για τα γενέθλια της σε ένα μεζεδοπωλείο κάπου στα Εξάρχεια.

Παρασκευή στις 21.30, παρκάρω την μηχανή μου πάνω στο πεζοδρόμιο, Εμμανουήλ Μπενάκη και Καλλιδρομίου: 5ο δημοτικό σχολείο Αθηνών κάποτε, μεζεδοπωλείο “Η Αυλή” σήμερα.

Κατεβαίνοντας την σκάλα, με έκπληξη για την διαμόρφωση του χώρου, χαιρετώ βιαστικά την παρέα, σα να μην υπήρχε. Συνεχίζω με κατεύθυνση προς το κτίριο που βρισκόταν στο τέλος του κήπου: τραπεζάκια ξύλινα, παρέες που έτρωγαν και διασκέδαζαν, σχεδόν παντού φοίνικες, χούφτες, φυτά, βουκαμβίλιες διαφόρων χρωμάτων στολισμένες με λαμπιόνια.

Οι αίθουσες του κτιρίου είχαν μετατραπεί, άλλη σε κουζίνα, άλλη περιτριγυρισμένη με μπάρες για ποτό, κι άλλες με τραπέζια χωρίς τραπεζομάντιλα. Θα έλεγα ότι επικρατούσε ένα κυκλαδίτικο ύφος στην διακόσμηση, πολύ πιο λιτό σε σχέση με εκείνη του έξω χώρου.

Κατευθύνομαι προς την τελευταία δεξιά, αυτή που κάποτε ήταν η σχολική αίθουσα κοντά στις βρύσες. Σ' αυτήν που πριν 40 χρόνια, ένα τεράστιο για τα μάτια μου πεύκο, έγερνε επάνω της, μειώνοντας της το φως και κρατώντας την έτσι σκιερή και δροσερή τις ζεστές μέρες. Στα διαλείμματα οι δάσκαλοι μάς φώναζαν, γιατί όλο και κάποιος από τους μαθητές προσπαθούσε να σκαρφαλώσει πάνω του, κάνοντας ένα είδος φιγούρας.

Όρθιος ακόμα μέσα σ’ αυτήν την αίθουσα, κλέβω ένα καραφάκι με ρακόμελο από τον δίσκο του περαστικού σερβιτόρου και κάθομαι στο άδειο τραπέζι μιας γωνιάς.

Οι μνήμες μου, με έχουν καθηλώσει στο εκεί και στο τότε. Τότε που η δασκάλα μου η κυρία Έλλη με την όμορφη και πλούσια μπουκλωτή κόμη της, έκανε μάθημα από την έδρα της. Ήταν η εποχή που οι μαθητές έπρεπε να είναι κουρεμένοι με την «ψιλή» μηχανή του μπαρμπέρη.

Άραγε, το άλλοθι του φόβου για τις ψείρες, εξελίχθηκε ως ένας τρόπος υποταγής και σεβασμού προς τους μεγαλύτερους; Προς τους δασκάλους μας; Ή προς την πατρίδα και τους δικτάτορες της χούντας;

Αδιάφορα όλα αυτά για μένα. Ήμουν ένα «πρωτάκι» με όμορφα καλοχτενισμένα μαλλιά, που μου άρεσε να τα φέρνω χωρίστρα στην άκρη. Καλώς ή κακώς είχα μια υπερβολικά μεγάλη αντίσταση στο να κουρευτώ, να γίνω «γουλί».

Τι θα πει «γουλί»; Ακόμα και σήμερα η λέξη αυτή με αηδιάζει, προκαλώντας μου ανατριχίλα. Υπήρχαν ομολογουμένως αρκετές παρατηρήσεις της κυρίας Έλλης, τόσο σε μένα, όσο και στην μητέρα μου, η οποία ντρεπόταν πλέον για το θέμα των μαλλιών μου.

Η δασκάλα έλεγε διαρκώς, πως έπρεπε να κουρευτώ για να με δεχτεί στην τάξη, όπως έκαναν και τα υπόλοιπα παιδιά. Για να είμαι μαθητής της πρώτης τάξης του 5ου δημοτικού σχολείου Αθηνών, έπρεπε να γίνω «γουλί».

Η άρνηση και η αντίσταση μου διαρκώς μεγάλωναν, κάθε φορά που οι γονείς μου με παρότρυναν να κουρευτώ, για να μην μου κάνουν παρατηρήσεις στο σχολείο.

Έκανα ότι μπορούσε να κάνει ένα 6χρονο παιδί για να αντισταθεί στην «ψιλή» του κουρέα: φώναζα, έκλαιγα, δεν έτρωγα, χτυπιόμουν, για να μην γίνει το δικό τους, η καλύτερα, για να μην γίνει το δικό τους στο δικό μου κεφάλι.

Το μάθημα μιας καινούργιας εβδομάδας, άρχιζε.

– Μακρής, στην έδρα! Γιατί δεν κουρεύτηκες ακόμα; Δε μιλάς, ε; Εντάξει τότε, θα δεις τι θα πάθεις αφού δεν συμμορφώνεσαι με τίποτα!

Σιγή απλώθηκε παντού. Σ' αυτήν την αίθουσα που τώρα είναι γεμάτη φώτα, δυνατή μουσική και φωνές, τότε νεκρική σιγή. Να, εκεί καθότανε, εκεί που τώρα είναι καθισμένος ο χοντρός κύριος χωρίς κανένα ίχνος τρίχας στο κεφάλι του.

Η δασκάλα ανοίγει το συρτάρι του γραφείου της. Ένα τεράστιο ψαλίδι, κάνει την εμφάνιση του. Ανοιγοκλείνοντάς το στα χέρια της, κόβοντας τον αέρα και δοκιμάζοντας έτσι το ψαλίδι, ή ίσως το φόβο μας.

Με βίαιες κινήσεις με βάζει να κάτσω στην καρέκλα της, αρχίζοντας τις βαθιές ψαλιδιές. Πότε δεξιά, πότε αριστερά στο τριχωτό του κεφαλιού μου, κόβει, κόβει, κόβει. Τρίχες, τρίχες πολλές, τρίχες παντού. Πάνω μου, στον λευκό γιακά μου, στην μπλέ ποδιά μου, με κάποιες να έχουν γίνει ένα με τα δάκρυά μου. Τα δάκρυα ενός παιδιού, που τώρα φαίνονται να πετάνε τα αυτιά του.

Να ‘μαι λοιπόν, εγώ με τα μεγάλα μου αυτιά, ή κατά τον πατέρα μου, «ο Πέτρος με τις σουβλόπιτες του».

Ο κόσμος πλέον εχθρικός. Δασκάλα, συμμαθητές, φίλοι, όλοι εχθροί, που σιγά-σιγά η σιωπή τους έχει αντικατασταθεί από χαμόγελα, κοροϊδεύοντας τον μπόμπιρα της έδρας.

Ίσως κι εγώ αν ήμουν στην θέση τους, το ίδιο να 'κανα, να κορόιδευα. Απλά δεν ξέρω τί. Το παιδί με τις «σουβλόπιτες»; Το παιδί που έκλαιγε; Το παιδί που φοβόταν; Ή μήπως το παιδί που δεν τα κατάφερε ν’ αντισταθεί και κατάντησε «γουλί»;

Αν τελικά είναι θέμα εξουσίας, αναρωτιέμαι τι ακριβώς κατάφερανκακοποιώντας τη ψυχή ενός 6χρονου παιδιού, που απλά δεν ήθελε να είναι σαν τους άλλους;

Τι ακριβώς κατάφεραν με τους συμμαθητές μου, της πρώτης τάξης του 5ου δημοτικού σχολείου Αθηνών; Να είμαστε υπάκουοι και άλαλοι προς την εξουσία; Να γελάμε χωρίς καμία ενσυναίσθηση με τον πόνο του άλλου; Να διακωμωδούμε αυτό που πονά για να το χωρέσουμε;

Ίσως σήμερα, μετά από τόσα χρόνια ίδιου έργου με παραλλαγές, να έχω κάτι καταλάβει, να έχουμε κάτι καταλάβει. Κουρδιστά στρατιωτάκια με μπλε ποδιές, άσπρους γιακάδες και «γουλί».

Μια λέξη που ακόμα και σήμερα μου φέρνει πόνο και πίκρα στην προσπάθεια μου να ζήσω με αποδοχή, με σεβασμό, με αξιοπρέπεια για μένα, για τους άλλους για την ίδια την ζωή.

Πώς, όμως, μας μαθαίνουν να ζούμε με αξιοπρέπεια; Η εκπαίδευση μας, ξεκινά από την πιο τρυφερή ηλικία, από τα παιδικά μας χρόνια. Αυτό, όμως, δεν είναι εκπαίδευση, είναι σύνθλιψη.

Κυρία Έλλη, κύριοι συνάδερφοι εκπαιδευτικοί, κύριοι των συστημάτων και της πολιτικής, προφανώς σάς έμαθαν καλά το μάθημα οι Απριλιανοί, μόνο που αυτοί ήταν δηλωμένοι φασίστες. Εσείς;

Οι προσπάθειές σας για την σύνθλιψη του ατόμου, δεν τελείωσαν ποτέ, το έζησα, το ζω. Ακόμα και 15 χρόνια μετά από το «γουλί», τότε που η μητέρα πατρίδα με κάλεσε να εκπληρώσω το καθήκον μου, έτσι και τότε, όπως και τώρα, με αυτά που ζω. «Γουλί» με κατάντησαν.

Π. Μακρής
21/10/2016
 
***
Κείμενο γραμμένο στο πλαίσιο του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής.  
---
Το Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017, 6 - 9μμ, θα πραγματοποιηθεί εισαγωγικό μάθημα του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής με ελεύθερη είσοδο, στο Εργαστήριο Σκέψης στην Αθήνα, Μιαούλη 23.  Περισσότερα: https://afigisizois.wordpress.com/about/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου