Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

8.12.14

Μένης Κουμανταρέας, " Όταν γράφεις, πρέπει να φωτίζει το χαρτί σου ένα κρύο φως....... "

O συγγραφέας στο μπαλκόνι του σπιτιού του στην οδό Ζακύνθου,
πάνω από την Δημοτική Αγορά της Κυψέλης
Πηγή: www.lifo.gr

...αν ήμουν απολύτως υγιής δεν θα υπήρχε λόγος να γράφω.

Δεν εννοείτε να καταλάβετε τι μονοπάτια ακολουθεί η τέχνη, τι δύσκολους δρόμους διαλέγουμε για να φτάσουμε στον σκοπό μας. Πολλές φορές κι οι ίδιοι δεν το ξέρουμε, γιατί ο σκοπός αυτός είναι απόμακρος και κρυφός, και πρέπει να διαβούμε μυστικές πόρτες για να φτάσουμε ως εκεί.... ... 

Χρειάζεται ένα ψίχουλο πίστης – χωρίς αυτήν δεν προχωράς. Αλλά αυτό δεν το αντιλαμβάνεσαι όταν ξεκινάς. Ξεκινάς όπως όλοι οι νέοι, με παραμύθια που λες στον εαυτό σου ή στους φίλους σου, έχεις μια ρομαντική αντίληψη για τη λογοτεχνία, θέλεις να μοιάσεις με όσους θαυμάζεις, έχεις ορισμένα πρότυπα.... Αυτή είναι η ανυποψίαστη περίοδος. Αργότερα όταν μπαίνεις στο κουρμπέτι κι αρχίζεις να μαθαίνεις τη χαμάλικη δουλειά της πεζογραφίας, όταν χαθείς σε όγκους σελίδων που πρέπει να γράψεις και να ξαναγράψεις, προσγειώνεσαι... 

Δεν αισθάνομαι πως έχω εξαντλήσει τίποτα... Νομίζω καμιά φορά, πως βρίσκομαι στην αρχή ορισμένων πραγμάτων που μόνο ψηλάφησα. Όταν σε αγαπάνε για ένα σου βιβλίο, γλυκαίνεσαι για λίγο, κολακεύεσαι, ναρκισσεύεσαι, αν θέλετε. Αλλά, γρήγορα περνάει και αυτό.  Μετά, ιδίως όταν πιάσεις τα κλασικά κείμενα, καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις κάνει τίποτε. .. Και επειδή δεν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μεταφραστείς, αρκείσαι να γράψεις καλά πράγματα γι’ αυτόν τον τόπο, να διαβαστείς δηλαδή από τους Αθηναίους, τους Θεσσαλονικιούς, τους Βολιώτες... 

[.......] συχνά, πιστεύω πως γράφω σκοτεινά, με εσωστρέφεια. Όμως ο τρόπος που διυλίζω τη γλώσσα, που τακτοποιώ και συναρμολογώ τις φράσεις, θέλω να είναι ένας τρόπος αποδεκτός από ένα φίλο μου που διαβάζει πολύ, από τη μάνα μου που δεν διαβάζει πολύ, από έναν τρίτο που διαβάζει λίγο... 

Και βέβαια, υπάρχουν στιγμές απόλυτης σιγουριάς για ένα γραφτό.  Συνήθως ώρες νυχτερινές – γιατί η νύχτα είναι βοηθός στον έρωτα και στη λογοτεχνία. Όμως η αυγή μονάχα θα κρίνει την αλήθεια.   

Καλές είναι οι παρορμήσεις, μα μόνο ο μόχθος αναπληρώνει ό,τι δεν μπορώ να ζήσω αληθινά. Οι εικόνες που έχω μέσα μου είναι θολές, κι όταν γράφω, έχω την ανάγκη να τις δω να γίνονται πιο συγκεκριμένες, χωρίς όμως να χάνουν την αχλύ του πρώτου ονείρου... 

 Όταν γράφω είμαι πάρα πολύ ψύχραιμος. Όταν είμαι ταραγμένος ή στεναχωρημένος, παίρνω καλές σημειώσεις, αλλά δεν κάθομαι να γράψω. Πρέπει να φωτίζει το χαρτί σου ένα κρύο φως.   






Γράφετε σχεδόν επαγγελματικά! 

Αυτό είναι μεγάλη κουβέντα. Θ’ άξιζε να το πείτε σε αυτούς που γράφουν για να κάνουν καριέρα ή να βγάλουν χρήματα. Βέβαια, με τα χρόνια, σε πιάνει μια συγγραφική σκολίωση, γίνεσαι ένα ζώο που γράφει, κι αυτό σου χαλάει τη γοητεία και την αθωότητα που είχες στο ξεκίνημα. Αλλά όταν αρχίζεις να γράφεις κάτι νέο, μέσα στη σιωπή, μέσα στην άγνοια των άλλων, τι άλλο κάνεις από το να προσπαθείς να ξανακερδίσεις τη χαμένη σου αθωότητα που είχες στο ξεκίνημα; Γιατί χωρίς αθωότητα δεν έχει σκοπό αυτό το πράγμα – όταν γράφεις στέκεσαι ενώπιος ενωπίω, είσαι μόνος, χωρίς τρίτους, χωρίς κοινό.   

Και δεν είναι αθώο, όταν έχετε ένα βάσανο να κάθεστε πάνω στο χαρτί; 

Δεν μπορώ να βγάλω το αδιέξοδό μου, τη στιγμή του αδιεξόδου μου!  Τέτοιες στιγμές; Παίρνω τους δρόμους, γυρίζω, πηγαίνω σε μπαρ, κάνω έρωτα, βλέπω τους φίλους μου. Αν έχω την ψυχραιμία, πάω στον κινηματογράφο. Αν έχω μεγαλύτερη ψυχραιμία, πάω στο θέατρο! Κι αν δεν έχω καθόλου ψυχραιμία; Απελπίζομαι! Και δεν σκέφτομαι ποτέ πως η απελπισία ίσως με οδηγήσει σε ένα νέο γραφτό, ούτε πως η Τέχνη μπορεί να με θεραπεύσει.  
Εάν ήμουν φιλόσοφος θα μπορούσα να είχα τοποθετήσει όλες αυτές τις ερωτήσεις που μου κάνετε, και να καταλάβω τι είναι εκείνο που με κάνει να στέκω μπροστά σε ένα χαρτί. .. Αλλά δεν είμαι φιλόσοφος μα ένας άνθρωπος επιρρεπής στα νεύματα της ζωής, που τα βγάζει πέρα στριμωγμένος πότε με το ένα και πότε με το άλλο. Είμαι ένας άνθρωπος σε μια βάρκα, που πολλές φορές την παρασύρει το αντίθετο ρεύμα, και καλά – καλά δεν ξέρει να τραβήξει κουπί. Ίσως όμως και αυτό με δυναμώνει... 

[......] η γοητεία, η μαεστρία, η σοφία του να οικοδομήσεις ένα βιβλίο, δεν βρίσκεται τόσο στο φανέρωμα, όσο στην απόκρυψη. Οικοδομώ ένα βιβλίο κρύβοντας και αφήνοντας μονάχα χαραμάδες. Ίσως γι’ αυτό και η υπόθεση των βιβλίων μου είναι κάποτε ισχνή. Εξάλλου δεν πιστεύω στις υποθέσεις. Το ενδιαφέρον στον αναγνώστη δεν συντηρείται στα βιβλία μου με τις μεθόδους της αστυνομικής πλοκής. 

Δεν ξεκινάω επίτηδες να καταστρέψω τους ήρωές μου. Ίσως όμως έχω συνηθίσει από μικρός όπου όλοι οι ήρωες που αγαπούσα είχανε πάντα κακό τέλος. Ίσως αυτό με επηρέασε. Ούτως ή άλλως έχω ένα είδος ελαφριάς απαισιοδοξίας, για την τύχη των ανθρώπων – δεν θέλω να τους καταστρέψω, συμπάσχω και μάλιστα τους δίνω ζωή με τα χαμένα κομμάτια του εαυτού μου. Γιατί αν ήμουν απολύτως υγιής δεν θα υπήρχε λόγος να γράφω.

Όσο κι αν ακούγεται περίεργο είναι η αγάπη ή μάλλον: η κατανόηση του συγγραφέα που εξαϋλώνει στο τέλος τους ήρωες, που τους λυτρώνει...

Οι περισσότερες οικογένειες ζουν μες τη δυστυχία, χωρίς να το ξέρουν, ο τρόπος που μεγαλώνουν και κινούνται οι άνθρωποι είναι γεμάτος καταπίεση και ανασφάλεια. Ύστερα, εγώ είμαι ένας άνθρωπος που έχω καταπιεστεί πολύ από την οικογένειά μου, τα ασφαλιστικά γραφεία που δούλεψα χρόνια... – κάπου δεν θα συνθλίβηκα κι εγώ μέσα σε αυτές τις μυλόπετρες, κάπου δεν θα υπέφερα;

Μέσα σε τόση συμφορά και η ίδια η λογοτεχνία μια ελπίδα είναι. Και ο τρόπος που στέκομαι πάνω σε μια λέξη, που σχεδόν τη χαϊδεύω, που σχεδόν τη σπρώχνω να σμίξει με μια άλλη για να φτιάξει μουσική δεν είναι μια ευχαρίστηση και μια ελπίδα; Κι όταν το κείμενο φτάσει, εντέλει κάπου δεν είναι αυτό μια ελπίδα; Ασχέτως αν εγώ δε νιώθω ποτέ ικανοποίηση, καταδικασμένος να κουβαλήσω άλλη μια πέτρα σαν το Σίσσυφο από το βουνό."





ΜΕΝΗΣ ΑΠΟ ΘΑΝΑΣΗ ΜΑΚΡΗ
Το σκίτσο είναι του ζωγράφου Θανάση Μακρή 

Ο συγγραφέας είναι σαν τη μοδίστρα, κόβει και ράβει.. 

"Ο καθένας μπορεί να γίνει ένας μυθιστορηματικός ήρωας. Απλώς είναι κοιμισμένοι, όπως οι βασιλοπούλες.  Πρέπει να τις φιλήσει ο συγγραφέας. Αλλά δεν έχω διάθεση να φιλάω οποιονδήποτε. Θεωρώ το φιλί πολύ ακριβό πράγμα για να το δίνω όπου να είναι.

Τα δύο συστατικά της πεζογραφίας είναι η παρατηρητικότητα και το άλλο η φαντασία. Συν το χρόνω αποκτάς κι άλλα εφόδια όπως είναι το χιούμορ όπου μια κατάσταση δραματική να μπορείς να τη δώσεις με χιούμορ χωρίς να χάσει το βάρος της…

Ο συγγραφέας είναι σαν τη μοδίστρα, κόβει και ράβει.Κάτι που ήδη υπάρχει.....Μπορεί να πάρει μια παλιά ιστορία και να την δει αλλιώς, γιατί κάτι του λέει, κάτι τον πονάει. Λογοκλόπος είναι όταν το κείμενό του είναι σχεδόν πανομοιότυπο με το άλλο. Βέβαια η λογοκλοπή στη λογοτεχνία όπως και στη μουσική είναι γεγονός.  Το ζήτημα είναι να το δηλώνεις όπως ο Χατζιδάκις. Ύστερα υπάρχουν και οι επιρροές, όταν ο ένας επηρεάζεται από τον άλλον .

Ακούμε τόσα παραμύθια, πληροφορίες, ειδήσεις από μακριά, τα ζούμε όλα αυτά χωρίς να τα αισθανόμαστε. Οι λίγοι που διατηρούν φωτεινό το μυαλό και δημιουργικά τα χέρια τους θα αποδείξουν ότι όλα αυτά είναι περαστικά. Το κακό πάντα θα βρίσκει τρόπο να μπει στην ανθρώπινη κοινωνία, όλοι μας εξάλλου έχουμε και μια σκοτεινή πλευρά, οι περισσότεροι δεν το ξέρουν. Οι άνθρωποι που γράφουν, ζωγραφίζουν και οι καλοί αναγνώστες το ξέρουν…"








Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου