Τον ιστότοπο διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες του σεμιναρίου Αφήγηση Ζωής

24.11.14

30 χρόνια Εργαστήριο Διερεύνησης Ανθρωπίνων Σχέσεων


 
 
 
 
 
 
Rate This

164357-edas_ergastirio

30 χρόνια Εργαστήριο Διερεύνησης Ανθρωπίνων Σχέσεων 
Οδοιπορικό / Πρόγραμμα Διημερίδας / Εργαστήρια

Oδοιπορικό 30 χρόνων του Εργαστηρίου Διερεύνησης Ανθρωπίνων Σχέσεων με αφορμή τη Διημερίδα* που θα διεξαχθεί στο Pierce College στις 6&7 Δεκεμβρίου 2014 όπου εκτός των άλλων σημαντικοί για το έργο τους Έλληνες και ξένοι θεραπευτές θα δώσουν το παρόν. Δείτε το πρόγραμμα ΕΔΩ και τα παράλληλα εργαστήρια ΕΔΩ. 

164357g-poster 

***

Εργαστήριο 10. Τίτλος: «Αφήγηση Ζωής»

Εισηγήτρια: Κρυσταλία Πατούλη, Δημοσιογράφος, Σύμβουλος Ανθρωπίνων Σχέσεων

«Η ζωή δεν είναι αυτή που έζησε κανείς αλλά αυτή που θυμάται και όπως τη θυμάται για να την διηγηθεί»  ―Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Καθώς οι λέξεις είναι το βασικό υλικό που χτίζουμε τη σχέση μας με την πραγματικότητα, η δύναμη της γραφής γίνεται ένα σημαντικό εργαλείο αυτογνωσίας και δημιουργικότητας. Κατά τη διάρκεια αυτού του  εργαστηρίου δημιουργικής γραφής, αναγνωρίζουμε πως γράφουμε όχι μόνο ό,τι γνωρίζουμε. Γράφουμε για να μάθουμε! Περισσότερα: https://afigisizois.wordpress.com/about/

11.11.14

Margaret Atwood, "Ο συγγραφέας μοιάζει με κάποιον που προσπαθεί να χτυπήσει ένα ψάρι με σφεντόνα στο σκοτάδι""

Στο Megaron Plus η Καναδή συγγραφέας Μάργκαρετ Ατγουντ
H  Μάργκαρετ Άτγουντ μίλησε  την Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014  για τις «Δυστοπίες και την ελληνική επιρροή πάνω σε αυτές», στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος στο MEGARON PLUS


Η Margaret Atwood γεννήθηκε στην Ottawa του Καναδά το 1939. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο βόρειο Οντάριο και το Κεμπέκ, κι άρχισε να γράφει σε ηλικία πέντε χρόνων "διδακτικά θεατρικά έργα, ποιήματα, εικονογραφημένες ιστορίες κι ένα ημιτελές μυθιστόρημα". Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Τορόντο και πήρε το Masters στο Radcliff College, ταξίδεψε πολύ και άλλαξε διάφορα επαγγέλματα-ταμίας, σερβιτόρα, σύμβουλος κατασκηνώσεων, λέκτορας της αγγλικής λογοτεχνίας, και τέλος συγγραφέας. Εκτός από καθιερωμένη ποιήτρια, η Μάργκαρετ Άτγουντ είναι σήμερα η διασημότερη πεζογράφος και κριτικός του Καναδά.

Αν και είναι ευρέως γνωστή για τα μυθιστορήματα της, η Άτγουντ εκδίδει επίσης συνεχώς ποίηση. Τα ποιήματά της είναι συνήθως επιγράμματα.

Τα γραπτά της εστιάζουν συχνά σε φεμινιστικά θέματα και ενδιαφέροντα, τα οποία εξετάζει κάνοντας χρήση διαφόρων καλλιτεχνικών υφών. Μερικοί κριτικοί πιστεύουν πως το πρώτο της μυθιστόρημα, The Edible Woman (Η Φαγώσιμη Γυναίκα, ελλ. εκδ. Γράμματα), που κυκλοφόρησε το 1969 και εξέταζε τη γυναικεία δυσαρέσκεια, προμηνύει θέματα του φεμινισμού δεύτερου κύματος.

Ακολούθησε το "Surfacing/Ανάδυση", το 1972 (εκδ. Εστία), και "Η διπλή ζωή της Τζόαν Φόστερ" το 1976 (εκδ. Γράμματα). Στη χώρα μας κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματα: "Η ιστορία της πορφυρής δούλης", "Η κλέφτρα κίσσα", "Μάτι γάτας", "To άλλο πρόσωπο της Γκρέις", "Ο τυφλός δολοφόνος", βραβείο Booker 2000, "Όρυξ και Κρέικ", η εκ νέου διήγηση του μύθου της Πηνελόπης και του Οδυσσέα με τίτλο "Πηνελοπιάδα", και το αυτοβιογραφικό δοκίμιο "Συνομιλώντας με τους νεκρούς". 




Margaret Atwood Eden Mills Writers Festival 2006


Μερικές χαρακτηριστικές φράσεις της: 


  • «Ακόμα και στις μέρες μας, αντιμετωπίζουμε έναν ισχυρό άντρα σαν γεννημένο ηγέτη και μια ισχυρή γυναίκα σαν ανωμαλία». 
  • «Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί οι άνθρωποι θεωρούν τη νεότητα ως μια περίοδο ελευθερίας και χαράς. Ίσως επειδή ξέχασαν τη δική τους». 
  • «Οι Εσκιμώοι έχουν 52 λέξεις για το χιόνι επειδή είναι σημαντικό γι’ αυτούς. Θα ’πρεπε να υπήρχαν άλλες τόσες για την αγάπη». 
  • «Χρόνια ήθελα να είμαι μεγαλύτερη και τώρα είμαι». 
  • «Ο καλύτερος τρόπος να κρατήσεις ένα μυστικό είναι να προσποιηθείς ότι δεν υπάρχει». 


Οι αγωνίες ενός συγγραφέα.....

Σε ένα σύντομο κείμενό της, η Καναδή πεζογράφος, ποιήτρια και κριτικός λογοτεχνίας Μάργκαρετ Άτγουντ επιχείρησε να μεταφέρει, με γνώση, χιούμορ και λεπτό σαρκασμό, ορισμένες από τις αγωνίες ενός συγγραφέα. Ας δούμε, συνοπτικά, τι γράφει: 

«Κρατήστε ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη (και αυτό είναι πιθανόν να επιτευχθεί, αν καταφέρετε να κρατήσετε ζωντανό το δικό σας ενδιαφέρον). Αλλά, σίγουρα, δεν γνωρίζετε ποιος είναι ο αναγνώστης, έτσι μοιάζετε με κάποιον που προσπαθεί να χτυπήσει ένα ψάρι με σφεντόνα στο σκοτάδι. Κάτι που συναρπάζει τον Α, μπορεί να προκαλεί ανία στον Β», γράφει η Άτγουντ. 

Η ίδια χαρακτηρίζει το γράψιμο δουλειά αλλά και τυχερό παιχνίδι. «Να ξέρετε ακόμα», σημειώνει, «ότι με αυτήν τη δουλειά δεν εξασφαλίζετε εύκολα σύνταξη. Οι άλλοι άνθρωποι μπορεί να σας στηρίξουν για λίγο, αλλά ουσιαστικά είστε μόνοι σας. Κανείς δεν σας εξανάγκασε να γίνετε συγγραφέας, εσείς το επιλέξατε. Οπότε, σταματήστε τη γκρίνια». 


Μια ακόμη συμβουλή της Άτγουντ συνδέεται με τη ματιά του συγγραφέα στο έργο του: «Ποτέ δεν θα διαβάσετε το δικό σας βιβλίο με την αθώα εκείνη προσμονή που νιώθετε μπροστά από την πρώτη “εύγευστη” σελίδα ενός καινούργιου βιβλίου, επειδή το έχετε γράψει εσείς. Ήσασταν στα παρασκήνια αυτής της παράστασης. Είδατε τον τρόπο που τα κουνέλια μπήκαν μέσα στο καπέλο. Ωστόσο, ζητήστε από έναν φίλο να διαβάσει το βιβλίο σας πριν το στείλετε στους εκδοτικούς οίκους. Δεν πρέπει, όμως, να είναι κάποιος με τον οποίο έχετε μια ρομαντική σχέση, εκτός κι αν θέλετε να χωρίσετε».


Δημήτρης Μαμάκος: Δεν έχει ο κόσμος αδιέξοδα. Γιατί δεν έχει όρια.


10:42 | 11 Νοε. 2014
Δημήτρης Μαμάκος
 
[...] Το νομαδικόν είναι ο καρπός της μεγάλης μου επιθυμίας να σταθώ δίπλα σε εκείνην ή εκείνον που ζει την ασφυξία των αδιεξόδων και να τους πω: “Είναι μόνο ένα όνειρο. Δεν έχει ο κόσμος αδιέξοδα. Γιατί δεν έχει όρια. Κοίταξέ τον [...] Ο Γιουνγκ είχε πει ότι η Ευρώπη κατέκτησε τον κόσμο κι έχασε την ψυχή της. Όσο συντομότερα δούμε την αλήθεια αυτής της πρότασης, τόσο γρηγορότερα θ’ αρχίσουμε να αναζητάμε την χαμένη μας ψυχή [...] Ο συγγραφέας Δημήτρης Μαμάκος αφηγείται στην Κρυσταλία Πατούλη τη δημιουργική πορεία της συγγραφής -από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο- του βιβλίου του Νομαδικόν, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία.
 ---«Η συγγραφή του “νομαδικόν” προέκυψε ως ανάγκη περισσότερο, παρά ως ιδέα. Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου, ο αναγνώστης συναντά ένα, αναφορικό στην ανάγκη αυτή, εισαγωγικό σημείωμα:
“Για χρόνια είχα την αίσθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά». Αργότερα πίστεψα πως είχα φτάσει σε αδιέξοδο. Έπειτα έφυγα. Και άρχισα να γράφω αυτό που θα ήθελα να έχω –αλλά δεν είχα– στα χέρια μου, όταν αντιμετώπιζα το αδιέξοδο. Αυτό είναι το ημερολόγιο του ταξιδιού μου, των ανακαλύψεών μου. Μέχρι την επόμενη αναθεώρηση της ιδέας μου για τα πράγματα, αυτή είναι η απάντησή μου στα αδιέξοδα…”
Το νομαδικόν είναι ο καρπός της μεγάλης μου επιθυμίας να σταθώ δίπλα σε εκείνην ή εκείνον που ζει την ασφυξία των αδιεξόδων και να τους πω: “Είναι μόνο ένα όνειρο. Δεν έχει ο κόσμος αδιέξοδα. Γιατί δεν έχει όρια. Κοίταξέ τον”. Είναι μία επιθυμία που έχει τις ρίζες της στους μήνες και τα χρόνια που βυθιζόμουν όλο και πιο βαθιά στο δικό μου αδιέξοδο. Και τι δεν θα ‘δινα, τότε, για να μην ήμουν μόνος απέναντι στον μόνιμο εφιάλτη της ασφυξίας; Όμως τα όνειρα έτσι είναι: τα βλέπουμε πάντα μόνοι.
Πως έφτασα όμως ως εκεί; Μέχρι τον Μάρτη του 2009 και για τα προηγούμενα οκτώ χρόνια, ήμουν στον κόσμο του εμπορίου και των επιχειρήσεων. Στα 32 μου, είχα μία ανώνυμη εμπορική εταιρεία και μεγάλη συμμετοχή σε ένα εμπορικό κατάστημα. Ήμουν πετυχημένος, οικονομικά ανεξάρτητος, αλλά σε καμία περίπτωση ευτυχισμένος -κι αυτό ερχόταν σε αντίθεση με όλες τις υποσχέσεις που με είχαν αναθρέψει. Θυμάμαι τις απαιτήσεις και την πίεση να με κτυπούν αλύπητα, δίχως παύση.
Η επιθετικότητα, ο εγωισμός και ο ανταγωνισμός των ανθρώπων, στην αρένα του εμπορίου και των συναλλαγών, παίρνουν την χειρότερη μορφή τους -τα προσχήματα χάνονται. Οι χειρότερες πτυχές της ανθρώπινης φύσης είναι στοιχεία που η αγορά τα ευλογεί, τα θεωρεί “ποιότητες”, τ’ αγκαλιάζει και τα μεγαλώνει σαν παιδιά της.
Όμως ο αυτουργός ήμουν πάντοτε εγώ· που στον βωμό της αναγνώρισης και της ύλης, θυσίαζα καθημερινά κομμάτι-κομμάτι την ψυχή μου.
Έβλεπα την ενέργειά μου να χάνεται μέρα με την ημέρα, την προσωπική μου ζωή και το σώμα μου να αρρωσταίνουν. Ήθελα να φύγω, να τ’ αφήσω όλα πίσω μου, αλλά ήμουν δεμένος από παντού. Ένιωθα ότι ζω το απόλυτο “αδιέξοδο”. Το αίσθημα της ασφυξίας, που όταν κάθεται για καιρό σε μια ψυχή, μεταλλάσσεται, παίρνει μια μορφή ακόμα πιο τρομερή, ακόμα πιο σκοτεινή, ακόμα πιο αβάσταχτη, γίνεται… το κενό. Μία σαρωτική, αλάνθαστη στέρηση όλων των πραγμάτων του κόσμου από το πρότερο νόημά τους.
Κατάθλιψη. Ίσως ο μεγαλύτερος φόβος που έχω νιώσει -λυτρωτής, ελευθερωτής, αυτός μ’ έσπρωξε κι έκανα το βήμα στο κενό· μία κίνηση πέρα από κάθε λογική: ένα πρωί, αντί να πάω στο γραφείο, έμεινα σπίτι. Το ίδιο και το επόμενο πρωί και όλα όσα ακολούθησαν. Έτσι απλά.
Κι έπειτα, σε πείσμα κάθε λογικής, αντί να έρθω αντιμέτωπος με την ελεύθερη πτώση στο κενό και με τα σκοτεινά του ερέβη, τότε εντελώς απροσδόκητα, μια διαδοχή γεγονότων που έμοιαζαν να έχουν μεταφυσική προέλευση ρύθμισαν τέλεια όλα τα ζητήματα που προέκυψαν από την ξαφνική μου απομάκρυνση. Ζητήματα που εγώ και ο ορθολογισμός μου είχαμε επανειλημμένως επεξεργαστεί όλο το προηγούμενο διάστημα, χωρίς να μπορούμε να τους βρούμε μία -έστω- φανταστική λύση.
Τον επόμενο Οκτώβρη, κι έπειτα από ένα μεθυσμένο από τις συνεχείς φροντίδες εκείνης της “μεταφυσικής” αγκάλης καλοκαίρι, ακολούθησα το μεγάλο μου όνειρο. Έβγαλα ένα εισιτήριο δίχως επιστροφή για το Κατμαντού του Νεπάλ, πήρα μαζί μου όσα πράγματα χώρεσαν σε ένα σακίδιο και πέταξα για το εξωτικό άγνωστο.
Άλλο ένα βήμα στο κενό. Η μεγάλη περιπέτεια της ζωής μου. Το ταξίδι που μετασχημάτισε το DNA μου για πάντα.
Το νομαδικόν είναι το ημερολόγιο εκείνου του ταξιδιού· του μετασχηματισμού, της ψυχολογικής μετάβασης από την χώρα του αδιεξόδου στην άμεση εμπειρία ενός κόσμου-παραδείσου, που έχει για θεμέλιο το άπειρο των πιθανοτήτων και των εναλλακτικών.
Το νομαδικόν μιλάει για ένα ταξίδι, που αν δεν το είχα ζήσει, δεν θα το είχα ποτέ φανταστεί. Για έναν κόσμο θαυμάτων, μαγείας και έμπνευσης, που ο ανθρώπινος παράγοντάς του συνίσταται από όλους αυτούς που δεν γνωρίζουν σύνορα και που έχουν διαλέξει να μην μείνουν στην αφήγηση του κόσμου που κληρονόμησαν, αλλά ν’ αναζητήσουν την εκδοχή που θα τους δείξουν τα δικά τους μάτια.
Ποτέ πριν δεν είχα κρατήσει ημερολόγιο, ποτέ πριν δεν είχα ξαναγράψει. Στο ταξίδι ένιωσα την ανάγκη· ήταν ο τρόπος που βρήκα για να αφομοιώνω καλύτερα τις εμπειρίες. Να τις κάνω πιο κατανοητές, να τις φέρω πιο κοντά στο -μέχρι τότε- μέτρο μου για το “πραγματικό”.
Όσο προχωρούσε το ταξίδι, άρχισα να καταγράφω ό,τι μου έκανε εντύπωση. Πολιτισμικές εκπλήξεις, συναντήσεις, γεγονότα, παρατηρήσεις, σκέψεις. Έγραφα ό,τι χωρούσε στο χαρτί -η καταγραφή μίας και μόνης μέρας στο Νεπάλ ή την Ινδία θα μπορούσε να γεμίσει ένα ολόκληρο ημερολόγιο σαν αυτό που είχα μαζί μου.
Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, έφερα μαζί μου και την ανάγκη να μοιραστώ τις εμπειρίες μου, τις ανακαλύψεις μου. Κάπως έτσι γράφτηκε το νομαδικόν, με τέτοια κίνητρα ξεπεράστηκαν οι ανασταλτικές σκέψεις τύπου: “χάνεις τον καιρό σου, δεν έχεις ιδέα από γράψιμο, χάνεις τον καιρό σου για ένα σκουπίδι”.
Επί δυόμιση χρόνια οι τέτοιου τύπου σκέψεις εμφανίζονταν πάνω από το πληκτρολόγιο, σχεδόν καθημερινά, κάποιες φορές επαναλαμβανόμενα μέσα στην μέρα, και κάθε φορά έτσι έφευγαν, διωγμένες από την λαχτάρα μου να σας μιλήσω και να σας πω γι αυτά που είδα. Ξεπεράστηκαν από την πίστη μου για το ότι το θέμα που πραγματεύομαι είναι το απολύτως επίκαιρο:
Η επιδημία που φέρνει όλο και περισσότερους καθημερινούς ανθρώπους να τοποθετούν τους εαυτούς τους σε “αδιέξοδη” θέση.
Ήθελα να μιλήσω μαζί τους, να τους πω για όλα αυτά που είδα και να τους βεβαιώσω ότι ο κόσμος δεν είναι έτσι όπως φαντάζει όταν τον κοιτάζουμε, τις νύχτες, στα χαμηλά ταβάνια των σύγχρονων διαμερισμάτων μας. Αυτή είναι μόνο μία προβολή της πιο νοσηρής πτυχής της φαντασίας μας, των περιορισμών που εμείς βάζουμε στην εικόνα μας για τον κόσμο και των φόβων μας.
Ο Γιουνγκ είχε πει ότι η Ευρώπη κατέκτησε τον κόσμο κι έχασε την ψυχή της. Όσο συντομότερα δούμε την αλήθεια αυτής της πρότασης, τόσο γρηγορότερα θ’ αρχίσουμε να αναζητάμε την χαμένη μας ψυχή. Και τότε ίσως αρχίσουμε να βλέπουμε, τις νύχτες, όμορφα όνειρα αντί για το χαμηλό ταβάνι.-»

Δημήτρης Μαμάκος, Νομαδικόν, (Εκδόσεις Εστία – 3η έκδοση)
Το 30% των εσόδων του συγγραφέα από την παρούσα έκδοση θα δωρίζονται στον Σύλλογο Φίλων της Παιδαγωγικής Waldorf
---
Ο Δημήτρης Μαμάκος γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Σπούδασε μαθηματικά στην ίδια πόλη και δραστηριοποιήθηκε στον χώρο του εμπορίου και των επιχειρήσεων. Το 2009 τα άφησε όλα πίσω του και ταξίδεψε στην Νότια Ασία. Το ημερολόγιο της περιπλάνησής του εκδόθηκε με τον τίτλο νομαδικόν: ημερολόγιο δρόμου (2012: 1&2η αυτό-έκδοση, 2014: Εστία 3η έκδοση). Τα τελευταία χρόνια, ασχολείται με την φυσική καλλιέργεια της ελιάς, τους χειμερινούς μήνες. Τον υπόλοιπο καιρό, ταξιδεύει, ερευνά και γράφει.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
“Ώρα μετά, τα χρώματα άρχισαν ν’ αλλάζουν· ξημέρωνε. Τα μάζεψα, τράβηξα για την καλύβα, ξάπλωσα κι είδα τ’ όνειρο ξανά. Τελειώνει πάντα αλλιώς, μα ξεκινάει ίδια.
Ένας σκύλος σε μπαλκόνι πολυκατοικίας. Του πέφτουν οι τρίχες κι έχει κοιλιά. Στη γαβάθα του έχει πάντα σκυλοτροφή που την καταβροχθίζει βουλιμικά. Τρώει, κι όσο τρώει, ηρεμεί. Όταν δεν τρώει, κοιτάζει ανάμεσα απ’ τα κάγκελα και μελαγχολεί. Όταν δεν τρώει ή δεν μελαγχολεί, κοιμάται. Όταν δεν τρώει, δεν μελαγχολεί και δεν κοιμάται… φοβάται.
Ξαφνικά –είναι πολύ τρελό αυτό το όνειρο– ένα πρωινό, σηκώνεται στα δύο πόδια, κατεβάζει το χερούλι της πόρτας και γίνεται καπνός. Βγαίνει στο δρόμο και τρέχει, δεν έχει ιδέα για πού. Βρίσκει ένα πάρκο. Τρέχει στο χορτάρι, μυρίζει τα λουλούδια και τσαλαβουτάει στη λάσπη. Κάτι του τρελαίνει το μυαλό: τρέχει, δίχως το σφίξιμο γύρω απ’ το λαιμό. Το σούρουπο μπλέκει μ’ ένα τσούρμο αλήτες κι αυτοί τον βάζουνε στα κόλπα: αδέσποτοι έρωτες και κόκαλα βγαλμένα από το χώμα. Πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος; Πόσο μικρό το μπαλκόνι;
Κάποιες μέρες βρίσκει να φάει, κάποιες όχι. Μέσα στον πρώτο μήνα, τη χάνει την κοιλιά. Το σκυλίσιο κορμί, άμαθο στην κακουχία, δεν αντέχει, και λυγίζει. Αρρωσταίνει βαριά στα πρώτα κρύα και πεθαίνει σε μια γωνιά του δρόμου. Τις τελευταίες ώρες, δεν είχε παρά μία μνήμη μόνο. Εκείνο το πρωινό στο πάρκο. Αυτή τη θεϊκή στιγμή, που για πρώτη φορά κατούρησε όταν του ’ρθε. Όχι στην πρωινή τη βόλτα, μήτε στη βραδινή. Όταν του ’ρθε.”

9.11.14

Νίκος Παπαχριστόπουλος: Κάνουμε έργο ό,τι δεν απωθούμε;

11:17 | 09 Νοε. 2014
Νίκος Παπαχριστόπουλος
 
[...] Tο ασυνείδητο διαθέτει τέτοια δύναμη, από την οποία δεν μπορεί εν συνεχεία να ξεφύγει καμία συνειδητή απόπειρα αναχαίτισης ή περιορισμού του. Όσο και να προσπαθεί κάποιος να ξεγελάσει το ασυνείδητο, όπως επίσης να το καλλιεργήσει κατά τρόπο επιτηδευμένο, είναι αδύνατο να το καταφέρει […] Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από την παιδική του ηλικία. Η παιδική ηλικία είναι τροφή, τροφή ανεξάντλητη. […] Για να φτάσει κάποιος να αρνηθεί τα βιώματα της παιδικής του ηλικίας σημαίνει ότι τα βιώματα αυτά ήσαν πολύ ισχυρά, άρα σημαίνει έναν πολύ υψηλό βαθμό απώθησης. [...] O ψυχολόγος-ψυχαναλυτής και πανεπιστημιακός Νίκος Παπαχριστόπουλος, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη ξεκινώντας από το ερώτημα «κάνουμε έργο ό,τι δεν απωθούμε;».


Κρ.Π.: Στο βιβλίο Ψυχανάλυση και γραφή, που θα επανακυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις Opportuna, γράφεις πως «Κάνουμε έργο ό,τι δεν απωθούμε». Θα ήθελες να το εξηγήσεις περισσότερο;
Ν.Π.: Μια ανάλογη πρακτική αναφέρεται σε έναν συγκεκριμένο μηχανισμό στην ψυχανάλυση, τον μηχανισμό της μετουσίωσης, τον οποίο ανέδειξε ο Φρόυντ από τα πρώτα του κείμενα. Προσπάθησε να προβεί σε μία τριμερή ταξινόμηση της διοχέτευσης, όπως ακριβώς το είπε ο ίδιος, της «μη ομαλής ιδιοσυστασιακής προδιάθεσης».
Με απλά λόγια, ο Φρόυντ ανέδειξε πως όταν υφίσταται μία δυσλειτουργική κατάσταση εντός του ψυχισμού, υπάρχουν τρεις δυνατότητες διαχείρισης για αυτόν που την υφίσταται:
Α. Η πρώτη είναι να την απωθήσει. Με αυτόν τον τρόπο σχηματίζεται η νεύρωση.
Β. Η δεύτερη είναι να την διατηρήσει αυτούσια, οπότε προκύπτει η βάση της διαστροφής.
Γ. Και ο τρίτος δρόμος είναι η μετουσίωση: να την διοχετεύσει, να την εκφράσει στο έργο του, υπό μία πολιτισμικώς ανεκτή μορφή.
Όλα αυτά όμως στον Φρόυντ δεν είναι στεγανά. Πρόκειται για μία σχηματοποίηση προκειμένου να τοποθετήσει τις ψυχικές λειτουργίες σε έναν άξονα.
Δεν σημαίνει δηλαδή ότι ένα έργο τέχνης δεν περιέχει στοιχεία απώθησης ούτε και στοιχεία διαστροφής.
Κρ.Π.: Δηλαδή, ναι μεν σε ένα έργο εκφράζονται στοιχεία που είχαν μέχρι εκείνη τη στιγμή απωθηθεί, αλλά δεν πάει να πει ότι ο δημιουργός του έχει συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε απωθήσει. Γι’ αυτό και το έργο είναι πιο μπροστά από τον κάθε δημιουργό όπως λέγεται. Δηλαδή το κάθε έργο μπορεί να έχει στοιχεία μη συνειδητά (απωθημένα), αλλά το γεγονός ότι τα έχει εκφράσει στο έργο του μετουσιώνοντάς τα, είναι ένα στοιχείο που κάνει το έργο πιο …προχωρημένο -όπως λέμε- από τον ίδιο. Αυτό το γεγονός της μετουσίωσης, σε τι μπορεί ή όχι να βοηθά τον ίδιο τον δημιουργό;
Ν.Π.: Ένα παράδειγμα, είναι η μελέτη της Μαρίας Βοναπάρτη για τον Έντγκαρ Πόε. Η Βοναπάρτη προσπάθησε να εφαρμόσει αυτήν την τριμερή ταξινόμηση του Φρόυντ, να προβεί δηλαδή σε μια μορφή εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης, πράγμα το οποίο δεν υιοθετείται σήμερα, κυρίως από την λακανική ψυχανάλυση.
Διότι η διαφορά του Λακάν από τον Φρόυντ ως προς την ερμηνεία της τέχνης είναι ότι, κατά κάποιον τρόπο, ο Φρόυντ ανίχνευσε την ψυχοπαθολογία του δημιουργού στο ίδιο του το έργο, ενώ ο Λακάν μίλησε για το έργο ως δημιουργία εκ του μηδενός, ως «ex nixilo» δημιουργία, η οποία έχει τη δική της αυτοτέλεια.
Η Βοναπάρτη προσπάθησε να εφαρμόσει αυτή την ταξινόμηση στο έργο του Πόε, και κατέληξε στα εξής:
Αν ο Πόε δεν είχε καταφέρει να δώσει διέξοδο εντός του έργου του σε όλες αυτές τις αδιέξοδες τάσεις της παιδικής του ηλικίας θα είχε καταλήξει ή στη φυλακή ή στο άσυλο.
Εν ολίγοις, η μετουσίωση απετέλεσε έναν εξισορροπητικό μηχανισμό προσαρμογής στην πραγματικότητα.
Πέρα όμως από την στυγνή αυτήν ψυχαναλυτική ερμηνεία της Βοναπάρτη, η οποία κατ’ ουσίαν κινείται σε έναν πανψυχαναλυτισμό θα το έλεγα εγώ, τα πάντα δηλαδή ανάγονται και σε μία ψυχαναλυτική έννοια, πολλές από τις επισημάνσεις της μπορούμε να τις αντιληφθούμε στο έργο του Πόε.
Απλώς,  δεν μπορούμε να αναγάγουμε  το έργο τέχνης σε αποκλειστικό εργαλείο ερμηνείας του ψυχισμού του δημιουργού.
Κρ.Π.: Δεν είναι με άλλα λόγια μόνο το έργο ενός δημιουργού που μπορεί να τον βοηθήσει αν έχει κάποια προβλήματα.
Ν.Π.: Εάν υιοθετήσουμε την δομική διάκριση της ψυχικής δυσφορίας, μεταξύ νεύρωσης, ψύχωσης, και διαστροφής, μπορούμε σχηματικά να διατυπώσουμε το εξής ερώτημα:
Εάν στη νεύρωση ο ασθενής έχει επαφή με την πραγματικότητα ενώ στην ψύχωση όχι, τι γίνεται στον ενδιάμεσο χώρο, κυρίως σε περιπτώσεις μη εκπεφρασμένης ψύχωσης, πώς καταφέρνει δηλαδή ο δημιουργός να εξισορροπεί σε αυτό το όριο πριν την έκλυση της ασθένειάς του;
Και σε αυτό το έργο τέχνης έχει παίξει καταλυτικό ρόλο, αρκετές φορές.
Κρ.Π.: Πολλοί καλλιτέχνες φοβούνται ότι η αυτογνωσία –με την έννοια της συνειδητότητας- θα επηρεάσει αρνητικά το ταλέντο τους. Είναι αλήθεια ή μύθος;
Ν.Π.: Αν υιοθετήσουμε και πάλι τους όρους της ψυχανάλυσης, η έννοια της δημιουργικότητας κινείται στο όριο μεταξύ συνειδητού και ασυνειδήτου. Κατά κάποια έννοια δεν μπορεί να καλλιεργηθεί σκοπίμως αλλά ούτε και να αποφευχθεί σκοπίμως σε σχέση με δεδομένες καταστάσεις.
Είναι μία διαδικασία η οποία διαμορφώνεται στην παιδική ηλικία και αναπαράγεται καθ’ όλη την εκτύλιξη του βίου.
Ένα ασυνείδητο βίωμα, μία ξεχασμένη στιγμή της παιδικής ηλικίας, ένας αντικατοπτρισμός των αισθήσεων, για παράδειγμα μία ανεπαίσθητη οσμή και μόνο, δύναται να λειτουργήσει ως απωθημένη εστία δημιουργικότητας.
Εν ολίγοις το ασυνείδητο διαθέτει τέτοια δύναμη, από την οποία δεν μπορεί εν συνεχεία να ξεφύγει καμία συνειδητή απόπειρα αναχαίτισης ή περιορισμού του.   Όσο και να προσπαθεί κάποιος να ξεγελάσει το ασυνείδητο αυτό, όπως επίσης να το καλλιεργήσει κατά τρόπο επιτηδευμένο, είναι αδύνατο να το καταφέρει.
Κρ.Π.: Όταν ένας άνθρωπος κάνει ψυχανάλυση υπάρχει περίπτωση να επηρεαστεί αρνητικά το ταλέντο του; Ή ακόμα χειρότερα, υπάρχει περίπτωση να χάσει κάποιος το ταλέντο του;
Ν.Π.: Όχι. Γιατί διαφορετικά θα εκλαμβάναμε και την τέχνη ως μέσο θεραπείας, δυναμένη, με την κατάλληλη παρέμβαση, να διοχετευθεί προς συγκεκριμένες οδούς, συλλογισμός ευτελής. Εξάλλου ο ίδιος ο Φρόυντ θεωρεί ότι το ταλέντο και εν πάση περιπτώσει η ευφυΐα σε σχέση με τη δημιουργικότητα είναι κάτι το ανερμήνευτο.
Και όχι επίσης, διότι θα μπαίναμε σε μία νομοτελειακή λογική, πως τα πάντα είναι αναγώγιμα το ένα στο άλλο, το αιτιατό στο ένα και μοναδικό αίτιό του.
Κρ.Π.: Τα συναισθήματα που έχει κάποιος άνθρωπος για κάποια παιδικά του βιώματα, μπορούν να αλλοιωθούν κατά τη διάρκεια μίας ψυχοθεραπείας, π.χ. της ψυχανάλυσης; Ανεξάρτητα δηλαδή πώς μπορεί να διαχειριστεί κάποιος διαφορετικά κατά τη διάρκεια της ζωής του τα συναισθήματά του, αυτά δεν μπορούν να αλλοιωθούν. Μόνο ο τρόπος διαχείρισής τους μπορεί να αλλάξει. Είτε μέσω του έργου του, είτε μέσω των σχέσεών του, κλπ. Σωστά;
Ν.Π.: Αυτό που μπορεί να αλλάξει κανείς είναι η κατά καιρούς στάση του απέναντι σε κάποιο βίωμα. Τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο το βίωμα και τα συναισθήματα που το ακολουθούν θα προσαρμοστούν κάθε φορά στις νέες ανάγκες του, στις νέες συνθήκες του βίου του.
Και εδώ θεωρώ ότι χρειάζεται να επισημανθεί μια διττή ψευδαίσθηση:
Πρώτον ότι η τέχνη θεραπεύει και δεύτερον ότι για την δημιουργία ενός έργου τέχνης είναι προαπαιτούμενο ένα τραύμα.
Αυτό το οποίο περιέγραψε ο Φρόυντ ως μετουσίωση αναφέρεται σε μία ικανότητα. Δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να μετατρέψουν τα βιώματά τους σε τέχνη.
Τούτο προϋποθέτει μία υψηλή δυνατότητα προσαρμογής στις πολιτισμικές συνθήκες μιας εποχής. Πώς θα μπορέσουν δηλαδή ορισμένοι να ενσωματώσουν αυτές τις πολιτισμικές συνθήκες εντός του ψυχισμού τους, έστω και υπερβαίνοντάς τες, ώστε αυτό που οι ίδιοι εκφράζουν ως υποκειμενικό βίωμα να έχει και μια δυνατότητα καθολικής μετάδοσης, διοχέτευσης στον Άλλον.
Εν ολίγοις πώς θα μπορέσουν, με βάση το προσωπικό τους βίωμα, να δημιουργήσουν έναν συλλογικό χώρο στον οποίο θα βρει έκφραση και το βίωμα των υπολοίπων. Πώς θα αναγάγουν το προσωπικό τους βίωμα σε καθολικό βίωμα.
Αυτό σημαίνει πρωτίστως μετουσίωση: ένα προσωπικό βίωμα μετατρέπεται σε αισθητικό αποτέλεσμα και αποκτά νόημα, αξία για τους υπολοίπους.
Επ’ αυτού διακρίνεται και ο δημιουργικός «δημιουργός» από κάποιον άλλον ο οποίος απλώς συγγράφει ή ζωγραφίζει το βίωμά του και έχει αξία κυρίως μόνο για τον ίδιο.
Κρ.Π.: Τι είναι η έμπνευση, και τι το ταλέντο; Μπορεί να εξηγηθεί το πώς αναπτύσσεται; Πολλοί καλλιτέχνες, θεωρούν ότι η έμπνευση είναι κάτι που προέρχεται από τον Θεό, όπως και το ταλέντο. Τι θα έλεγες;
Ν.Π.: Αρχικά, η ψυχανάλυση η ίδια είναι μία νομοτελειακή «επιστήμη». Με την έννοια ότι, στο ερμηνειοκρατικό της σύμπαν την θέση του αγνώστου (Θεός) μπορεί να την καταλάβει το ασυνείδητο.
Εάν προσφύγουμε επ’ αυτού και πάλι στον Φρόυντ και την τριμερή ταξινόμησή του μεταξύ συνειδητού, προσυνειδητού και ασυνείδητου, θα μπορούσαμε να αποδώσουμε σχηματικά και την σχέση δημιουργίας-πηγής εμπνεύσεως:
Μία ενεστώσα εμπειρία δύναται να ανασύρει, τρόπον τινά, μία απωθημένη εμπειρία από το παρελθόν· το ασυνείδητο δηλαδή, μέσω του προσυνειδητού να γίνει συνειδητό, και να μεταβιβασθεί στο έργο τέχνης χωρίς κατ’ ουσίαν ο ίδιος ο δημιουργός να γνωρίζει την πηγή της προέλευσής του.
Οπότε, ακόμη και αυτό το οποίο θεωρούμε άγνωστο, έρχεται να ανακαλέσει κάτι ήδη γνωστό σε εμάς. Απλώς, δεν γνωρίζουμε περί της προέλευσής του. Η πηγή της προέλευσής του ενδέχεται να ανασύρεται στην επιφάνεια μέσω ενός άλλου γεγονότος, εντελώς τυχαίου, με τρόπο καλυμμένο, ο οποίος δεν γίνεται αντιληπτός συνειδητά.
Κρ.Π.: Συμβαίνει κάτι σαν …σκυταλοδρομία; Το  ένα φέρνει το άλλο, δηλαδή;
Ν.Π.: Κατά κάποιον τρόπο, ναι. Πρόκειται για μία διαδικασία ατέρμονης μετάθεσης.
Άρα η έννοια του αγνώστου (του Θεού) και του απροσπέλαστου δεν υπάρχει στην τέχνη:
Απλώς επ’ αυτού μπορούμε να μιλήσουμε μονάχα με εικασίες. Η θεμελιακή αντίφαση, το πρωταρχικό κενό της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Κρ.Π.: Δηλαδή, μπορούμε αν ψάξουμε, και αν έχουμε την ανάλογη γνώση για έναν καλλιτέχνη, να βρούμε από πού προήλθε η έμπνευσή του; 
Ν.Π.: Αν και θεωρητικά μπορούμε μέσω της ψυχανάλυσης να εικοτολογήσουμε περί της εστίας έμπνευσης ενός δημιουργού, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτα για το ταλέντο του. Απλώς καλούμαστε εκ των υστέρων να προβούμε σε μία ερμηνεία με βάση αυτά που ξέρουμε και μόνο, ως κριτές, ως τρίτοι, προβάλλοντας συνεπώς επ’ αυτού και τις δικές μας συνειδητές ή και ασυνείδητες επιδιώξεις.
Κρ.Π.: Οπότε θα λέγαμε ότι οι κάθε είδους ερμηνείες για το ταλέντο κάποιου αφορούν περισσότερο εκείνους που τις κάνουν παρά τον ίδιο;
Ν.Π.: Και ο ίδιος ο Φρόυντ, στην ερμηνεία της τέχνης και των δημιουργών, προσπάθησε να εφαρμόσει το δικό του ερμηνευτικό σύστημα και μόνο.
Κρ.Π.: Πάνω στο θέμα της δημιουργικότητας τι έχεις να πεις;
Ν.Π.: Έμπνευση, δημιουργικότητα, ταλέντο, κλπ. όλες αυτές οι έννοιες είναι αφαιρετικές κατασκευές, ένας τρόπος για να μιλάμε.
Οι δημιουργοί αναφέρουν συχνά το εξής: Ξεκινάω και δεν ξέρω που θα με βγάλει. Ποτέ δεν ξέρω εκ των προτέρων, με κάθε ακρίβεια, τι τελικά θα γράψω, τι τελικά θα ζωγραφίσω.
Πέρα από αυτή την ασυνείδητη νομοτέλειά του, το έργο τέχνης διαφεύγει οποιασδήποτε πρόθεσης του δημιουργού να το κατευθύνει αλλά και οποιασδήποτε απόπειρας κατόπιν ερμηνείας του από τον κριτικό.
Είναι αυτό το λευκό χαρτί, με τον οποίο έρχεται αντιμέτωπος κάθε φορά ο συγγραφέας, ή ο ζωγράφος, ακόμη και ο εν γένει στοχαστής, το οποίο ακυρώνει οποιαδήποτε εκ των προτέρων πρόθεση να αποδώσει ένα συγκεκριμένο νόημα στα πράγματα.
Στον χώρο της τέχνης, όπως το ανέλυσε ο Λακάν, υπάρχει ένα ρήγμα, μία οπή, στην οποία δεν χωράει καμία απόπειρα ασφαλούς ερμηνείας, όπως και καμία δυνατότητα για τον ίδιο τον δημιουργό να δώσει μια συγκεκριμένη μορφή στην πρόθεσή του.
Τι καλούμεθα ως εκ τούτου να φτιάξουμε εμείς ως ερμηνευτές; Απλώς, ένα δικό μας έργο επί του έργου, ένα δημιούργημα επί του ιδίου του δημιουργού. Να ξαναφτιάξουμε ένα κείμενο, δικό μας.
Επί παραδείγματι, ο ερμηνευτής του Πόε φιλοδοξεί, έστω και ασυνείδητα, να φτιάξει ένα κείμενο ή ένα έργο δυνάμενο να εμπεριέχει κάτι από την αίγλη του κειμένου του ιδίου του Πόε, την ένδοξη πλευρά του ασυνειδήτου του.
Φιλοδοξεί ασυνείδητα να πάρει ένα κομμάτι από αυτήν την ασυνείδητη αξία την οποία έχει ο ίδιος ο Πόε για όλους τους άλλους.
Κρ.Π.: Ο Φράνσις Μπέικον είχε πει ότι «όλοι εν δυνάμει μπορούν να δημιουργήσουν τέχνη». Τι θα έλεγες;
Ν.Π.: Η τέχνη προκρίνει μια αμφίδρομη διαδρομή. Περιλαμβάνει εκείνον ο οποίος δημιουργεί αλλά και εκείνον ο οποίος όπως ανέφερα εισπράττει και ερμηνεύει τη δημιουργία.
Όλοι μεν μπορούν να δημιουργήσουν τέχνη, το θέμα όμως είναι πώς θα δημιουργήσουν αποδέκτες και ερμηνευτές της τέχνης τους.
Και η ιδιαιτερότητα σπουδαίων δημιουργών, πέρα από εκείνους οι οποίοι λειτουργούν ως μαζικά καταναλωτικά πρότυπα, έγκειται στο ότι το έργο τους έχει καταστεί αντικείμενο αποδοχής, έχει γίνει δηλαδή αποδεκτό από τους υπολοίπους, λίγους ή και πολλούς.
Κρ.Π.: Πώς η δημιουργικότητα (και εν δυνάμει η τέχνη) μπορεί να επηρεάσει την ζωή του ανθρώπου, βοηθώντας τον να εκφράσει, να αξιοποιήσει αλλά και να αναπτύξει τις δεξιότητες της ζωής του (άρα τη συναισθηματική του νοημοσύνη);
Ν.Π.: Κάποιος ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει μέσω της τέχνης μπορεί να δημιουργήσει και γενικότερα. Η τέχνη όμως δεν μπορεί να θεραπεύσει τον ίδιο τον δημιουργό εάν δεν συγκλίνουν ως προς τούτο ευρύτερες κοινωνικές και κυρίως υποκειμενικές συνθήκες.
Κρ.Π.: Μπορεί να μην θεραπεύσει, ή να μην «σώσει» τελικά, τον ίδιο τον δημιουργό η τέχνη του, αλλά π.χ. ο Κώστας Μουρσελάς έχει πει: «Η τέχνη θα μας σώσει». Μπορεί να θεραπεύσει, δηλαδή να σώσει, η τέχνη τους αποδέκτες της;
Ν.Π.: Αν το δεις συνολικά, ως πολιτισμικό επίτευγμα, ή ως τρόπο οργάνωσης της ανθρώπινης σκέψης, σαφώς και καταλήγουμε εκεί. Με την έννοια ότι η τέχνη εμπεριέχει όλες αυτές τις κανονικότητες τις οποίες χρειάζεται κάποιος όχι απλώς για να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα αλλά να την προσαρμόσει στα μέτρα του.
Η τέχνη οδηγεί πέρα από την στείρα σκέψη. Και στείρα σκέψη σημαίνει αναπαράγω μηχανικά οτιδήποτε μου δίδεται. Στην τέχνη δεν μπορείς να αναπαραγάγεις απλώς και μόνον. Είσαι αναγκασμένος να επινοήσεις. Αυτή είναι η διαφορά από οτιδήποτε δεν είναι τέχνη.
Κρ.Π.: Για παράδειγμα όταν κάποιος διαβάζει ένα μυθιστόρημα, πρέπει να βιώσει, να φτιάξει εικόνες, να σκηνοθετήσει μια ιστορία, να νιώσει τα συναισθήματα, κλπ.
Ν.Π.: Και να γίνει ένας εν δυνάμει δημιουργός κι αυτός, με έναν άλλο τρόπο, για όλες αυτές τις εικόνες τις οποίες συνέλαβε. Μπορεί να τις διοχετεύσει με έναν άλλο τρόπο στο δημιούργημά του. Και να γίνει πλέον κτήμα του, μία βιωμένη εμπειρία.
Κρ.Π.: Ο Όσκαρ Γουάιλντ είχε πει πως ό,τι αξίζει να μάθουμε, δυστυχώς δεν μαθαίνεται. Δηλαδή δεν φτάνει η γνώση. Μόνο με το βίωμα μπορούμε να μάθουμε κάτι ή να αλλάξουμε κάτι. Τι θα έλεγες, επίσης;
Ν.Π.: Αυτό ακριβώς φαντάζομαι σημαίνει ότι μόνο με την τέχνη θα αλλάξουν τα πράγματα. Πώς θα ξεφύγεις δηλαδή από την παγίδα της ορθολογικής γνώσης ως μοναδικής μορφής παρέμβασης στην πραγματικότητα, χωρίς ωστόσο να πέσεις στην παγίδα της μεταφυσικής. Η τέχνη εμπεριέχει ταυτόχρονα το μεταφυσικό και το ορθολογικό.
Κρ.Π.: Πάντως, είναι ένα βίωμα η τέχνη;
Ν.Π.: Κάποιος άνθρωπος ο οποίος δεν έχει βίωμα δεν μπορεί να δημιουργήσει κάτι το οποίο σχετίζεται με αυτόν τον ίδιο. Δεν μπορεί κανείς να οικειοποιηθεί τα βιώματα του άλλου.
Κρ.Π.: Η Άλις Μίλερ έχει πει: «Κατά τη γνώμη μου, αν δεν έχουμε συνείδηση τι μας συνέβη κατά τα πρώτα στάδια της ζωής μας, όλη η υπόθεση του πολιτισμού δεν είναι παρά μια φάρσα. Οι συγγραφείς θέλουν να γράφουν καλή λογοτεχνία, αλλά ΔΕΝ αναζητούν την ασυνείδητη πηγή της δημιουργικότητάς τους, την έντονη επιθυμία τους για έκφραση και επικοινωνία. Οι περισσότεροι φοβούνται μήπως χάσουν την ικανότητά τους. Παρόμοιο φόβο διακρίνω και σε πολλούς ζωγράφους, ακόμα και σε αυτούς που (κατά τη γνώμη μου) στους πίνακές τους εκφράζουν σαφώς τους ασυνείδητους φόβους τους, όπως παραδείγματος χάρη στον Φράνσις Μπέικον, στον Ιερώνυμο Μπος, στον Σαλβαδόρ Νταλί και σε πολλούς ακόμα σουρεαλιστές. Με το έργο τους επιζητούν βέβαια την επικοινωνία, αλλά σε ένα επίπεδο που να υπηρετεί την άρνηση των εμπειριών της παιδικής ηλικίας – και αυτήν την κατάσταση την ονομάζουν τέχνη.» Πώς θα το σχολίαζες;
Ν.Π.: Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από την παιδική του ηλικία. Η παιδική ηλικία είναι τροφή, τροφή ανεξάντλητη. Και πιθανότητα οι καλλιτέχνες έχουν συνείδηση, σε πολύ μεγάλο βαθμό, για το τι τους συνέβη, όχι κατ’ ανάγκην τραυματικό. Απλώς, ίσως μέσα από το έργο τέχνης αυτή την συνείδηση προσπαθούν να την αποκρύψουν.
Για ποιον λόγο άραγε αρνούνται; Μήπως η απόπειρα άρνηση μίας εμπειρίας σημαίνει και την κατίσχυση της εμπειρίας αυτής; Ότι έχει γίνει κάτι ήδη δηλαδή, για να το αρνηθείς μετά. Για να φτάσει κάποιος να αρνηθεί τα βιώματα της παιδικής του ηλικίας σημαίνει ότι τα βιώματα αυτά ήσαν πολύ ισχυρά, άρα σημαίνει έναν πολύ υψηλό βαθμό απώθησης.-
Ο Νίκος Παπαχριστόπουλος είναι ψυχολόγος-ψυχαναλυτής. Σπούδασε ψυχολογία (Πάντειο Πανεπιστήμιο), Φιλοσοφία (Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών), Κοινωνιολογία (Πάντειο Πανεπιστήμιο). Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην ψυχανάλυση (Paris VIII-Saint Denis), στην ψυχοπαθολογία (Paris VII-Denis Diderot), στη σημειολογία και τη λογοτεχνική θεωρία (Paris VII-Denis Diderot), στην ιστορία (Paris I-Pantheon-Sorbonne). Έχει συγγράψει, μεταφράσει και επιμεληθεί συγγράμματα για την ψυχανάλυση. Διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάζεται ως ψυχαναλυτής στην Πάτρα και στην Αθήνα.
Εργογραφία
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
Μεταφράσεις

Via: http://tvxs.gr/news/politismos/kanoyme-ergo-oti-den-apothoyme

7.11.14

Στην Αθήνα υπάρχει μια βιβλιοθήκη που δανείζεσαι ανθρώπους αντί για βιβλία


[...] Στη Ζωντανή Βιβλιοθήκη συναντάμε ανθρώπους, τα λεγόμενα ζωντανά βιβλία, που αφηγούνται την ιστορία τους και μπαίνουν σε έναν δημιουργικό διάλογο με τον εκάστοτε αναγνώστη. Πρόκειται για ανθρώπους που ακόμη και στις σύγχρονες κοινωνίες θεωρούνται -και τις περισσότερες φορές, πράγματι είναι- περιθωριοποιημένοι. Μετανάστες, πρόσφυγες, ομοφυλόφιλοι, τρανς, οροθετικοί, κωφοί, άνθρωποι με αναπηρία ή ψυχικές νόσους και κάποιες περιθωριοποιημένες κατηγορίες επαγγελματιών [...] 

---

Η Ζωντανή Βιβλιοθήκη αντιστρέφει την ιδέα μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης και μας φέρνει σε επαφή με τις «γκρίζες ζώνες» της ελληνικής κοινωνίας.

 ---
Υπάρχει μια βιβλιοθήκη στην οποία δεν βρίσκουμε τα παραδοσιακά βιβλία που περιμένουμε, μετακινείται διαρκώς και κυρίως, είναι διαδραστική. Στη Ζωντανή Βιβλιοθήκη συναντάμε ανθρώπους, τα λεγόμενα ζωντανά βιβλία, που αφηγούνται την ιστορία τους και μπαίνουν σε έναν δημιουργικό διάλογο με τον εκάστοτε αναγνώστη.

Πρόκειται για ανθρώπους που ακόμη και στις σύγχρονες κοινωνίες θεωρούνται -και τις περισσότερες φορές, πράγματι είναι- περιθωριοποιημένοι. Μετανάστες, πρόσφυγες, ομοφυλόφιλοι, τρανς, οροθετικοί, κωφοί, άνθρωποι με αναπηρία ή ψυχικές νόσους και κάποιες περιθωριοποιημένες κατηγορίες επαγγελματιών.
---
Η Ζωή, ένα εκ των ιδρυτικών μελών της Ζωντανής Βιβλιοθήκης στην Ελλάδα, εξηγεί πώς προέκυψε η ανάγκη να δημιουργηθεί αυτή η κοινότητα, αλλά και πώς λειτουργεί. «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περισσότερες από 300 Ζωντανές Βιβλιοθήκες σ’ όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα ξεκινήσαμε το 2009. Τέσσερις άνθρωποι συντονιστήκαμε για να δουλέψουμε γι’ αυτό το σκοπό και πλέον, είμαστε πάνω από πενήντα.

Έχουμε κάνει μέχρι τώρα δεκαεπτά Ζωντανές Βιβλιοθήκες και ταυτόχρονα είμαστε υπεύθυνοι μιας κοινότητας που είναι πίσω από τις εκδηλώσεις της.

Πριν από πέντε χρόνια, όταν δεν είχε έρθει ακόμη η κρίση, αλλά τη βλέπαμε να έρχεται, είπαμε και οι τέσσερις άνθρωποι που το ξεκινήσαμε, ότι είτε μιλάμε για ρατσιστική βία εντείνεται, είτε πρόκειται για κάτι που βράζει από κάτω, δεν μας αρέσει.

Ως πολίτες, βρήκαμε μια μεθοδολογία που μπορεί να ενώσει πράγματα και  ανθρώπους. Η γοητεία του από ένα σημείο και μετά  δεν είναι μόνο η ενέργεια που παίρνει κάποιος από τις εκδηλώσεις της Ζωντανής Βιβλιοθήκης, που είναι πολύ δυνατές ενεργειακά, όσο ότι για πρώτη, ίσως, φορά συντάχθηκαν πολλές διακριτές ομάδες για να βρουν αυτό που τους ενώνει και να δουλέψουν μαζί.

Ήταν, και είναι ακόμη, πάρα πολύ δύσκολο και δεν ξέρω αν θα γίνει ποτέ εύκολο».
Την Κυριακή 9 Νοεμβρίου, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας κατά του Φασισμού και του Αντισημιτισμού, θα διεξαχθεί μία ακόμη Ζωντανή Βιβλιοθήκη στο 2ο Πρότυπο Πειραματικό  ΓΕΛ Αθήνας.

«Οι εκδηλώσεις διεξάγονται περίπου κάθε δύο-τρεις μήνες και όλο τον υπόλοιπο χρόνο προετοιμαζόμαστε, εκπαιδεύουμε καινούργια βιβλία, καινούργιους εθελοντές, αναζητούμε καινούργιους χώρους, γιατί έχει μεγάλη σημασία.

Έχουμε περιορισμό, γιατί δεν πάμε σε χώρους που δεν είναι προσβάσιμοι σε άτομα με αναπηρία. Έχουμε, ωστόσο, ομάδα εργασίας στην κοινότητά μας με στόχο ν’ αναζητεί χώρους. Άλλες φορές, μας ενδιαφέρει ένα σημείο, μια γειτονιά, που κάτι γίνεται και πάμε.

Έχουμε κάνει Ζωντανές Βιβλιοθήκες σε πολύ διαφορετικά σημεία, σε χώρους πολιτισμού, όπως το Μουσείο Μπενάκη, στη Δημοτική Βιβλιοθήκη, στο Σταθμό Λαρίσης και σε σημεία που οι κάτοικοι έχουν πάρει τη γειτονιά στα χέρια τους, όπως είναι η κατάληψη στο Βοτανικό Κήπο στην Πετρούπολη, ή στην κατάληψη των πολιτών στη Λαμπηδόνα, στο Βύρωνα.

Έχουμε κάνει δύο Ζωντανές Βιβλιοθήκες στα πλαίσια του Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ, αλλά και στα πλαίσια ενός ελληνοτουρκικού φεστιβάλ στον Ωρωπό. Είναι πολλά και περίεργα τα μέρη που πάμε».
HLG_3481
Η βασική ιδέα αυτής της δράσης γεννήθηκε αρκετά χρόνια νωρίτερα και μάλιστα, εκτός συνόρων. «Στην Ευρώπη ξεκίνησε ως ιδέα το 2000. Ήταν μια ομάδα τεσσάρων εφήβων, εκ των οποίων ο ένας δέχτηκε ρατσιστική επίθεση σ’ ένα κλαμπ, επειδή -εμφανισιακά- έμοιαζε μουσουλμάνος.

Τα παιδιά αυτά προσπάθησαν να βρουν έναν τρόπο που να φέρνει τον κόσμο κοντά, να μπορεί να συζητάει για τις διακρίσεις που ζουν πολλές ομάδες πληθυσμού, βασιζόμενοι στην ιδέα ότι πολλές φορές η άγνοια οδηγεί στο ρατσισμό, γεννά ρατσισμό κι ότι όταν οι άνθρωποι κάθονται μαζί και συζητούν γι’ αυτό, οι αποστάσεις μικραίνουν.

 Για πρώτη φορά έγινε μια μεγάλη Ζωντανή Βιβλιοθήκη το 2001 στο Φεστιβάλ Roskilde, ένα μεγάλο ροκ φεστιβάλ, με 80 και πλέον βιβλία και πάρα πολλούς αναγνώστες. Από ‘κει και πέρα αυτή η ιδέα πήρε το δρόμο της».
Πέραν των ζωντανών βιβλίων, που η αρχική ομάδα βρήκε σιγά-σιγά προτείνοντας σε γνωστούς τους να συμμετάσχουν, υπάρχουν και οι εθελοντές βιβλιοθηκονόμοι. Έχουν έναν κομβικής σημασίας ρόλο, καθώς είναι οι κατάλληλοι για να λύσουν οποιαδήποτε απορία των αναγνωστών, τους οδηγούν στο βιβλίο που έχουν επιλέξει, το οποίο μπορούν να διαβάσουν ταυτόχρονα μέχρι τρεις αναγνώστες και με χρονικό όριο τα είκοσι λεπτά. Στις περιπτώσεις που χρειάζεται διερμηνεία, ο χρόνος επιμηκύνεται λίγο.
«Το βιβλίο έχει το δικαίωμα να διακόψει την ανάγνωση αν αισθάνεται ότι είναι κακοποιητική και αφού λήξει η διαδικασία, ζητάμε από τους αναγνώστες να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο-αξιολόγηση, να μας πουν τη γνώμη τους για να πάει η διαδικασία λίγο παρακάτω.
Χρειάζεται, ως ζωντανό βιβλίο, να κάνεις κάποια πράγματα και κυρίως, να ακούς, όχι τόσο να μιλάς. Να μιλάς με σοφία και δικαιωματικά γι’ αυτό που σου συμβαίνει, αλλά το σημαντικότερο είναι να μπορείς ν’ ακούς, γιατί δεν πρόκειται για μια ομιλία, είναι μια συζήτηση, ένας δημοκρατικός διάλογος στον οποίο ο αναγνώστης θα μπορέσει να σου πει τις ενστάσεις του και θα πρέπει να μπορείς ν’ αφουγκραστείς τις ανάγκες του ανθρώπου που έχεις απέναντί σου. Κι είναι πολύ δύσκολο».
Μια από τις παράλληλες δράσεις της Ζωντανής Βιβλιοθήκης είναι η εκστρατεία ευαισθητοποίησης απέναντι στη ρατσιστική βία, που περιλαμβάνει οδηγό για το πώς μπορούν να αντιδράσουν οι πολίτες, με τον τίτλο «Αν όχι εσύ, ποιος;»
HLG_3479
Ποιες λοιπόν είναι οι προϋποθέσεις για να συμμετάσχει κάποιος στη Ζωντανή Βιβλιοθήκη;
«Ζητάμε από τους ανθρώπους που θα έρθουν στην κοινότητά μας να έχουν σεβασμό κι η αγάπη για όλες τις διακριτές ομάδες, δεν μας αρέσουν οι δογματισμοί, οι άνθρωποι που μπαίνοντας σε μια ομάδα θα προσπαθήσουν να κάνουν τους αρχηγούς. Ζητάμε να αποδέχονται τα άλλα μέλη της ομάδας και να μην τα θέτουν σε κίνδυνο».
«Η συγκεκριμένη δράση», όπως τονίζει η Ζωή, «στοχεύει σ’ ένα γενικό πληθυσμό που διερωτάται, αμφισβητεί και δεν ξέρει πού να πατήσει. Η δική μας πρόταση αφορά αυτό τον κόσμο που είναι και η πλειοψηφία. Άλλες φορές, ξέρεις και δεν θέλεις να το δεχτείς, άλλες φορές, όμως, δεν ξέρεις.

Κάποιοι άνθρωποι είναι μια γκρίζα περιοχή του κόσμου σου που δεν θέλεις ν’ αγγίξεις. Εμείς σου δίνουμε τη δυνατότητα να κάτσεις απέναντι σ’ έναν τέτοιο άνθρωπο με σάρκα και οστά και η γκρίζα περιοχή να πάρει χρώμα. Μας ενδιαφέρει να συμμετέχουμε σ’ έναν πολιτισμό που προωθεί την ποικιλομορφία, τη δυνατότητα όλων των ανθρώπων, ταυτοτήτων, μορφών, απεικονίσεων, να έχουν φωνή, λόγο, ύπαρξη, δικαιώματα, θεσμικά και ατομικά. Είναι αρκετά δύσκολο, αλλά γι’ αυτό παλεύουμε».-
Στην επόμενη σελίδα η μαρτυρία της Μαριάννας, του «ζωντανού βιβλίου» που πάσχει από συναισθηματική ψύχωση διπολικού τύπου. - via: http://popaganda.gr/zontani-vivliothiki/ 

--
Η μητέρα οργάνωση που ξεκίνησε από τη Δανία http://www.humanlibrary.org/ . 4 φίλοι υπερασπίστηκαν έναν φίλο τους που υπέστη ρατσιστική επίθεση και έτσι γεννήθηκε η ιδέα.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο Βιβλιοθήκες. Υπάρχει και η Ανθρώπινη Βιβλιοθήκη, Human Library. Μία από τις δράσεις της ήταν στο Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο ΕΜΠΡΟΣ το περασμένο καλοκαίρι. Η μητέρα οργάνωση είναι η Human Library στη Δανία.

5.11.14

Πριν τη λευκή σελίδα - Ηλιόπετρα, Οκτάβιο Πας

paz2
Επιμέλεια: Αλέξανδρος Στεργιόπουλος - Λογοτεχνία + Ποίηση - 13/10/2014
 
Τι υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Σαν αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που «περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως είναι επίπονη και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τι ήταν αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποια ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντάμε.

Από το ποίημα στο τραγούδι και ξανά στο ποίημα 

Τελικά, η Τέχνη, η ομορφιά, η ποίηση σε βρίσκουν. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό. Το ίδιο και με τα βιβλία για τα οποία γράφουμε στη στήλη μας. Εκεί που δεν το περιμένεις «ανοίγουν» μπροστά σου και σε καλούν να τα εξερευνήσεις. Φυσικά, χρειάζεται ο κατάλληλος μεσολαβητής. Συνήθως, είναι η περιέργεια. Το δέος για πνευματικούς βράχους που στέκουν ατάραχοι και άθικτοι από τον φθοροποιό χρόνο. Για το βιβλίο που αναλύουμε και ψάχνουμε τις ρίζες του σε αυτό το κομμάτι συνέβαλε και o… Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Πώς; Με τον καινούργιο του δίσκο «Πρόσκληση σε δείπνο κυανίου». Στο κατακπληκτικό κομμάτι με τίτλο «Ηλιόπετρα», μας πληροφορεί ότι τα λόγια είναι αποσπασματική διασκευή του ποιήματος «Piedra de sol» του Οκτάβιο Παζ. Ε, αυτό μας αρκούσε. Κορυφαίο ποίημα. Αγαπημένο μας. Συγκρίσιμο με την «Έρημη χώρα» του Έλιοτ. Τι άλλο θέλαμε για να ασχοληθούμε μαζί του;

Πώς «γεννήθηκε» η «Ηλιόπετρα» του Οκτάβιο Πας

Ο Πας σε συνέντευξή του στο περιοδικό «The Paris Review», ξεδιπλώνει τον μηχανισμό της σκέψης και της έμπνευσης που τον οδήγησε στο άστρο του. Όλα ξεκινάνε από την ερώτηση για το σημείο εκκίνησης ενός ποιήματος. Για το πώς λειτουργεί η όλη διαδικασία της δημιουργίας. Ο Πας εξηγεί: 

Κάθε ποίημα είναι διαφορετικό. Συχνά η πρώτη γραμμή είναι δώρο. Δεν ξέρω αν δίνεται από τους θεούς ή απ’ αυτή τη μυστήρια δύναμη που ονομάζεται έμπνευση. Η Ηλιόπετρα για παράδειγμα: Έγραψα τους πρώτους 30 στίχους σα να μου τους υπαγόρευε κάποιος σιωπηλά. Εξεπλάγην με τη ρευστότητα με την οποία εμφανίζονταν οι ενδεκασύλλαβοι ο ένας μετά τον άλλο. Προήλθαν από μακριά και από κοντά. Από το στήθος μου. Ξαφνικά, η ροή σταμάτησε. Διάβασα ό,τι είχα γράψει. Δεν χρειαζόταν να αλλάξω τίποτα. Ήταν όμως το ξεκίνημα και δεν ήξερα πού θα με οδηγούσαν αυτοί οι στίχοι. Μερικές μέρες αργότερα προσπάθησα να ξεκινήσω εκ νέου. Όχι με παθητικό τρόπο, αλλά κοπιάζοντας να προσανατολίσω και να διευθύνω τη ροή των στίχων. Έγραψα άλλους 30-40 στίχους. Σταμάτησα. Επέστρεψα λίγες ημέρες αργότερα και σιγά-σιγά άρχισα να ανακαλύπτω το θέμα του ποιήματος και πού πήγαιναν όλα. 

iliopetra
Η μορφή κάνει την εμφάνισή της; αναρωτιέται ο Alfred Mac Adam που έκανε τη συνέντευξη. Ο ποιητής απαντά:

Ήταν, κατά κάποιο τρόπο, ανασκόπηση της ζωής μου, αναβίωση των εμπειριών, των ανησυχιών, των αποτυχιών, των εμμονών μου. Συνειδητοποίησα ότι ζούσα το τέλος της νεότητάς μου και το ποίημα ήταν ένα τέλος και μια αρχή. Φτάνοντας σε ένα συγκεκριμένο σημείο, το λεκτικό ρεύμα σταμάτησε και το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να επαναλάβω τους πρώτους στίχους. Αυτή είναι η πηγή της κυκλικής μορφής του ποιήματος. Δεν υπήρχε τίποτα το αυθαίρετο. […] Αν και δεν ήξερα τι θα έγραφα μετά απ’ αυτό, ήμουν βέβαιος ότι μια περίοδος της ζωής και της ποίησής μου είχε λήξει. Μια νέα ξεκινούσε. 

Στην επισήμανση ότι ο τίτλος –«Ηλιόπετρα»- αναφέρεται στην αντίληψη των Αζτέκων περί κυκλικότητας του χρόνου, ο Πας σημειώνει:

Όταν έγραφα το ποίημα, διάβαζα αρχαιολογική μελέτη σχετικά με το ημερολόγιο των Αζτέκων. Μου ήρθε, λοιπόν, στο μυαλό να το αποκαλέσω Ηλιόπετρα. Πρόσθεσα ή αφαίρεσα –δεν θυμάμαι- τρείς ή τέσσερις στίχους ώστε το ποίημα να συμπίπτει με τις 584 μέρες της σύζευξης Αφροδίτης-Ηλιου. Ο χρόνος τού ποιήματός μου δεν είναι ο τελετουργικός χρόνος της αζτέκικης κοσμογονίας, αλλά αφορά στον ανθρώπινο, βιογραφικό χρόνο, ο οποίος είναι γραμμικός. 

ornamento-pagano-una-piedra-del-sol-10760122
Μολαταύτα, ο Πας σκέφτηκε σοβαρά τον αριθμητικό συμβολισμό του 584 για να περιορίσει του στίχους σε αυτόν τον αριθμό. Ο ποιητής εξομολογείται πως:

Παραδέχομαι ότι μου αρέσουν οι αριθμολογικοί συνδυασμοί. Κι άλλα ποιήματά μου έχουν χτιστεί γύρω από συγκεκριμένες αριθμητικές αναλογίες. Δεν αποτελεί εκκεντρικότητα, αλλά μέρος της δυτικής παράδοσης. Ο Δάντης είναι το καλύτερο παράδειγμα. Εντούτοις, το ποίημα “Blanco” διαφέρει από την Ηλιόπετρα. Εκεί είχα την ιδέα. Κράτησα σημειώσεις και σχεδίασα διαγράμματα εμπνευσμένα από θιβετιανές αναπαραστάσεις του σύμπαντος. Συνέλαβα το ποίημα με χωροταξικούς όρους ανταποκρινόμενους στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. 

Ο έρωτας και το διπλωματικό σώμα

Βέβαια, υπάρχει και κάτι ακόμα που οδήγησε την έμπνευση του Πας στη μόνιμα λαμπερή «Ηλιόπετρα». Είναι ο έρωτάς του για την ιταλίδα ζωγράφο Bona Tibertelli de Pisis (αν και το 1938 παντρεύτηκε την Ελένα Γκάρο και απέκτησαν μια κόρη). Η εξερεύνηση αυτής της εμπειρίας βοήθησε (κι αυτή) στη «γέννηση» του ποιήματος. Όπως και η ένταξή του στο διπλωματικό σώμα του Μεξικό. Το 1951 μετείχε στους εορτασμούς για την 15η επέτειο έναρξης του Ισπανικού Εμφυλίου. Ο γενικός διευθυντής της UNESCO πρότεινε να μετατεθεί ο Πας στη Νότια Ασία. Ο Πας ήταν θυμωμένος, όμως τον παρηγορούσε το γεγονός της τοποθέτησής του στην Ινδία. Έγραφε:

Τελετουργικά, ναοί, ονόματα πόλεων που προκάλεσαν παράξενες ιστορίες, ετερόκλητο και πολύχρωμο πλήθος, γυναίκες με τη χάρη αιλουροειδούς…

Μία εβδομάδα μετά την άφιξή του στη Βομβάη, πήρε το τρένο για το Δελχί. Η διαδρομή ήταν γεμάτη εικόνες από τις θρησκευτικές ταραχές που προηγήθηκαν. Αναπόφευκτα ανακάλεσε στο μυαλό του την εξορία του στο Σαν Αντόνιο. Στην Ινδία έμεινε λίγο, και στάλθηκε στο Τόκιο. Όλη αυτή την περίοδο δεν σταμάτησε να γράφει και εκείνη την εποχή έφτασε στην «Ηλιόπετρα». 

Στίχοι ματωμένοι, λόγια ηλεκτρισμένα

H «Ηλιόπετρα» είναι ερωτικό ποίημα στην απόλυτη έκφραση του Έρωτα. Διαβάζοντάς το νιώθεις ότι η ροή της ζωής σε παρασέρνει. Ο χρόνος και ο χώρος γίνονται ένα. Σταματούν και κινούνται την ίδια στιγμή. Αέναα. Γι’ αυτό δεν υπάρχει τελεία σε αυτή τη μεγάλη κυκλική φράση, όπως την αποκάλεσε ο ίδιος. Ίσως ο Έρωτας να είναι η φωτεινή στιγμή μεταξύ των άκρων του σκότους. Σε μια λάμψη ζούμε-πεθαίνουμε. Το δηλώνει με συγκλονιστικό τρόπο στον εξής στίχο:

Μια ανταύγεια με γεννά, πεθαίνω σ’ άλλη 

Πολλά είναι τα λογοτεχνικά ρεύματα που μπλέκονται στην «Ηλιόπετρα». Λυρισμός, υπερρεαλισμός σε νατουραλιστικές διαστάσεις. Μαγικός συμβολισμός και η στιγμή που αναζητά μεταλλάσσει τα φυσικά στοιχεία σε εξπρεσιονιστικά εικονίσματα. Η αόρατη-ορατή μορφή της Αγαπημένης είναι αρχέγονη και την τιμά, μιας και αυτή είναι ο φορέας της ζωής. Τα λόγια του είναι ηλεκτρισμένα. Οι στίχοι ματωμένοι και τόσο παραστατικοί. Η «Ηλιόπετρα» βρίθει συμβολισμών. Οι 584 ενδεκασύλλαβοι απομονώνουν κάτι από το διάφανο μείγμα Ζωής-Έρωτα που δεν σταματά να φτιάχνεται. Γι’ αυτό αρχή και τέλος είναι οι στίχοι:

 μια ιτιά κρυστάλλινη, μια υδρόεσσα λεύκα,
ένα ανεμοδαρμένο σιντριβάνι,
ένα δέντρο βαθύ πού όμως χορεύει,
το πέρασμα ενός ποταμού πού ελίσσεται,
μακραίνει, αναποδίζει, αλλάζει κοίτη
και πάντα εκβάλλει

[Δεν θα μπορούσαμε, φυσικά, να μην κλείσουμε με το τραγούδι που μας ενέπνευσε την αναζήτηση πίσω από αυτήν τη λευκή σελίδα]


Πηγές
-Οκτάβιο Πας, Ηλιόπετρα, μτφρ.-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης, δίγλωσση έκδοση, εκδόσεις Μαΐστρος 
-The Paris Review, Octavio Paz, The Art of Poetry No. 42, Interviewed by Alfred Mac Adam 
-The Time Before Death: Twentieth-Century Memoirs, Constantin V. Ponomareff 
-dissentmagazine
---
via: toperiodiko.gr

4.11.14

Η μη λεκτική επικοινωνία

Dealing With Cheating
Το ολικό νόημα μιας δυαδικής επικοινωνίας μεταφέρεται μόνο κατά το 1/3 μέσω της λεκτικής οδού και κατά τα 2/3 μέσω της μη λεκτικής οδού – R.L. Birdwhistell (1970)

Από το σύνολο των μηνυμάτων που ανταλλάσσονται στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις, το 7% γίνεται μέσω της λεκτικής οδού, το 38% μέσω της φωνητικής οδού και το 55% μέσω της λοιπής μη λεκτικής οδού – A. Mehrabian (1971)

Το 90% της διαπροσωπικής επικοινωνίας διεξάγεται μέσω της μη λεκτικής οδού – G. R. Wainwright (1992)

Τι είναι η μη λεκτική επικοινωνία και πώς επιτυγχάνεται; Η μη λεκτική επικοινωνία είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ένα άτομο επηρεάζει τη συμπεριφορά, τη νοητική κατάσταση ή τα συναισθήματα κάποιου άλλου, χρησιμοποιώντας ένα ή περισσότερα μη λεκτικά κανάλια.

Όλες οι πηγές μετάδοσης πληροφοριών και συναισθημάτων, εκτός του λόγου, αποτελούν τα κανάλια της μη λεκτικής επικοινωνίας. Σύμφωνα με τους Richmond, McCroskey και Payne (1991), η ολική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων επιτυγχάνεται μεταδίδοντας το γνωστικό μέρος μέσω της λεκτικής οδού και το συναισθηματικό ή συγκινησιακό μέρος της επικοινωνίας μέσω της μη λεκτικής οδού. Επομένως, η σωστή χρήση της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία για την κοινωνική επιτυχία και ιδιαίτερα την επιτυχία των διαπροσωπικών σχέσεων.


Τα μη λεκτικά μηνύματα στους ανθρώπους εκπέμπονται από τρεις βασικές πτυχές. Η πρώτη πηγή είναι η γενική εντύπωση που δημιουργεί το ίδιο το άτομο στους άλλους ανθρώπους. Η γενική εντύπωση του ατόμου σχηματίζεται από την εμφάνιση του σώματός του, τις εκφράσεις του προσώπου του, το βλέμμα του, τις χειρονομίες που κάνει, τις κινήσεις, τον προσανατολισμό και τη στάση του σώματός του, τις αντιδράσεις του στη σωματική επαφή, το μέγεθος του ζωτικού του χώρου, την ενδυμασία του, τη μυρωδιά του σώματός του και άλλα.

Η γενική εμφάνιση δίνει, με την πρώτη ματιά, πολλές πληροφορίες για το φύλο, την ηλικία, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, καθώς και την προσωπικότητα, τον συναισθηματικό κόσμο και τις διαθέσεις του ατόμου. Η δεύτερη πηγή μη λεκτικών σημάτων εντοπίζεται στα μη λεκτικά στοιχεία του λόγου, όπως τον τόνο, τη σταθερότητα, την ένταση και την αλλοίωση της φωνής, την ταχύτητα ροής του λόγου, τις παύσεις, την προφορά και τους διάφορους ήχους εκτός των λέξεων.

Η κατηγορία αυτή της μη λεκτικής επικοινωνίας καλείται και “φωνητική επικοινωνία”. Τέλος, η τρίτη πηγή αφορά τα μη λεκτικά μηνύματα που μεταδίδονται από το χώρο στον οποίο ο άνθρωπος εργάζεται, διασκεδάζει ή απλώς συχνάζει, και πολύ περισσότερο από το χώρο στον οποίο κατοικεί και, κατά συνέπεια, διαμορφώνει σύμφωνα με τις προτιμήσεις του. Η αρχιτεκτονική και η διακοσμητική του χώρου, τα έπιπλα, ο φωτισμός, τα χρώματα, ακόμα και οι μυρωδιές του περιβάλλοντος του ατόμου, αποτελούν μέρος της μη λεκτικής επικοινωνίας του. Τα στοιχεία αυτά του χώρου επηρεάζουν έντονα τις διαθέσεις των ανθρώπων και συμβάλλουν στη διαμόρφωση των πρώτων αλλά ισχυρών εντυπώσεων.

Τα μη λεκτικά μηνύματα τα οποία μεταδίδονται από τον ίδιο τον άνθρωπο κατατάσσονται σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες, ανάλογα με το βαθμό συνείδησης και ελέγχου που ασκούν επάνω τους τόσο εκείνοι που τα μεταδίδουν όσο και αυτοί που τα λαμβάνουν. Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσονται τα μη λεκτικά σήματα, για την εκδήλωση και την επιρροή των οποίων ούτε ο δότης ούτε ο λήπτης έχουν οποιαδήποτε επίγνωση ή έλεγχο.

Κλασικό παράδειγμα ασυνείδητου μη λεκτικού σήματος αποτελεί η διεύρυνση της κόρης των ματιών στα άτομα τα οποία είναι σεξουαλικά ερεθισμένα (δότες). Ασυνείδητη είναι επίσης η σεξουαλική έλξη την οποία προκαλούν τα άτομα με τις διευρυμένες κόρες στους λήπτες του μη λεκτικού αυτού σήματος.

Όταν μεταδίδονται τα ασυνείδητα μη λεκτικά σήματα, επηρεάζεται η νοητική και η συναισθηματική κατάσταση του δότη αλλά και του λήπτη, χωρίς οι ίδιοι να μπορούν να το ελέγξουν και χωρίς να γνωρίζουν το γιατί.

Σε αντίθεση με τα ζώα, στους ανθρώπους ένα πολύ μικρό κομμάτι της μη λεκτικής επικοινωνίας εκδηλώνεται αποκλειστικά στο ασυνείδητο επίπεδο. Στην πλειονότητά τους τα ανθρώπινα μη λεκτικά μηνύματα υπάγονται στη δεύτερη κατηγορία, η οποία περιλαμβάνει τα σήματα που μεταβιβάζονται και ερμηνεύονται κατά ένα μέρος συνειδητά και κατά ένα μέρος ασυνείδητα. Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι το ντύσιμο ενός ατόμου επηρεάζει τη στάση των άλλων απέναντί του, χωρίς όμως να είναι ακριβώς γνωστό το πώς και το γιατί. Τέλος, υπάρχουν μη λεκτικά σήματα τα οποία είναι πλήρως συνειδητά και ελεγχόμενα, όπως, για παράδειγμα, οι υποδείξεις που γίνονται με το δείκτη του χεριού κατά τη διάρκεια της ομιλίας.

[...]
Όταν οι άνθρωποι βρίσκονται κάτω από συναισθηματικές πιέσεις και προσπαθούν να ελέγξουν τις αυθόρμητες εκδηλώσεις τους, εμφανίζονται παρά τη θέλησή τους οι λεγόμενες “διαρροές της αλήθειας”, οι οποίες αποκωδικοποιούνται σχετικά εύκολα από τους έμπειρους λήπτες. Οι διαρροές της αλήθειας περιλαμβάνουν αντιδράσεις όπως η ένταση των μυών, ο τρόμος [τρέμουλο] των χεριών, η αστάθεια της φωνής, το κοκκίνισμα του προσώπου, ο υπερβολικός ιδρώτας και άλλα, και φανερώνουν, παρά τη θέληση του ατόμου, την πραγματική συναισθηματική κατάσταση.


Οι Feldman, Philippot και Custrini (1991) επισήμαναν ότι υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους μπορεί να διαρρεύσει η αλήθεια και επομένως να διαπιστωθεί η προσπάθεια απάτης. Πρώτον, όταν οι άνθρωποι επιχειρούν απάτη, οι κινήσεις τους δεν είναι αυθόρμητες και χαλαρές αλλά προγραμματισμένες, τεταμένες και ύποπτες. Δεύτερον, όταν οι άνθρωποι επιχειρούν να εξαπατήσουν λέγοντας ψέματα, βιώνουν άγχος και ενοχές – και μάλιστα ενοχές μεγέθους ανάλογου με τις συνέπειες του ψέματος το οποίο εκφράζουν.

Το άγχος όμως και οι ενοχές παράγουν ειδικές αντιδράσεις, όπως οι νευρικές κινήσεις στα δάχτυλα, το παιχνίδι με τα μικρά αντικείμενα, το δάγκωμα των νυχιών, των μολυβιών και άλλων αντικειμένων. Από τις εκδηλώσεις αυτές οι παρατηρητές μπορούν να συμπεράνουν τη νευρικότητα και επομένως την απόπειρα εξαπάτησης. Τέλος, οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να κρύψουν την αλήθεια, δεν καταφέρνουν να ελέγχουν όλα τα μη λεκτικά κανάλια επικοινωνίας ταυτόχρονα και εξίσου καλά, οπότε, όταν επιχειρείται προβολή των υποκριτικών αισθημάτων, τα πραγματικά αισθήματα “διαρρέουν” μέσω διαφορετικών καναλιών. Για παράδειγμα, όταν κάποιος αισθάνεται άσχημα ή αμήχανα και δεν θέλει να το φανερώσει, μπορεί να χαμογελά και ταυτόχρονα να κουνά νευρικά το κάτω μέρος του ποδιού του. Η ασυνέπεια αυτή της συμπεριφοράς διαγιγνώσκεται επίσης πολύ εύκολα από τους έμπειρους λήπτες.

Η λεγόμενη “διαίσθηση” δεν είναι άλλη από την ικανότητα λεπτομερούς αποκωδικοποίησης της μη λεκτικής συμπεριφοράς (Pease, 1981). Όταν λέμε ότι διαισθανόμαστε πως κάποιος λέει ψέματα, απλώς ερμηνεύουμε τις νευρικές και αγχώδεις κινήσεις του, ή αποκωδικοποιούμε την ασυνέπεια που υπάρχει μεταξύ των μη λεκτικών του καναλιών είτε μεταξύ της λεκτικής και της μη λεκτικής του επικοινωνίας. Συχνά ο “διαισθητικός δάσκαλος” σταματά την παράδοση του μαθήματός του διότι “διαισθάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά”.

Αυτό σημαίνει ότι τα μη λεκτικά μηνύματα που παίρνει από το ακροατήριο τον ειδοποιούν ή ότι δεν γίνεται κατανοητός ή ότι το ακροατήριο δεν συμφωνεί με τα λεγόμενά του ή ότι απλώς το ακροατήριο έχει βαρεθεί ή έχει κουραστεί. Σε γενικές γραμμές, οι γυναίκες είναι περισσότερο ευαίσθητες από τους άνδρες στη σύλληψη και την αποκρυπτογράφηση των λεπτομερειών της μη λεκτικής επικοινωνίας. Αυτό στην καθημερινή διάλεκτο αναφέρεται ως “γυναικεία διαίσθηση”.

Η ικανότητα αυτή των γυναικών είναι εντονότερη σε όσες έχουν αναθρέψει παιδιά, διότι κατά την περίοδο κατά την οποία το βρέφος στερείται παντελώς της λεκτικής οδού, η μητέρα αναγκάζεται να στηριχθεί αποκλειστικά στα μη λεκτικά σήματα προκειμένου να κατανοήσει και να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Με αυτό τον τρόπο οι μητέρες ασκούν εντατικά τις ικανότητές τους στην αποκωδικοποίηση των μη λεκτικών σημάτων.

Είναι ανόητο να υποτιμάμε τα συμπεράσματα τα οποία βγαίνουν από την εμφάνιση των ανθρώπων. Το πραγματικό μυστήριο αυτού του κόσμου βρίσκεται στο ορατό και όχι στο αόρατο. – Oscar Wilde 

Ε. Παπαδάκη – Μιχαηλίδη, Η Σιωπηλή Γλώσσα των Συναισθημάτων – Η μη λεκτική επικοινωνία στις διαπροσωπικές σχέσεις (Εκδ. Πεδίο), απόσπασμα

via|: to23ogramma.wordpress.com
Σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

H ζωή δεν είναι αυτή πoυ έζησε κανείς αλλά αυτή πoυ θυμάται και όπως τη θυμάται για να την αφηγηθεί. Gabriel García Márquez

Γράφω για να μην ξαναγράψω ποτέ.

Γράφω γιατί είμαι πολλά πρόσωπα.

Γράφω, για να μην ξαναϋπάρξουν αυτά τα πρόσωπα που είμαι,

αλλά ένα και μοναδικό πρόσωπο,

που δεν γράφει

Ελεονώρα Σταθοπούλου, Καλο αίμα κακό αίμα, εκδ. Eστία

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου